Wednesday, March 30, 2011

Εκ της Διευθύνσεως (XVII): Οι κερασιές θα ανθίσουν και φέτος


Είναι περίεργο πώς μερικά πράγματα που συνέβησαν πριν από πολλά χρόνια, μένουν στη μνήμη σου και αποκτούν σημασία μετά από, γκχμμμ, πολλά χρόνια. Πάρτε για παράδειγμα τον τίτλο του ποστ αυτού: οι σημερινοί σαραντάρηδες (και, φαντάζομαι, πενηντάρηδες) θα αναγνωρίσουν έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους συγγραφείς της δεκαετίας του ’70, τον Μενέλαο Λουντέμη και ένα από τα πιο γνωστά του βιβλία –ίσως το γνωστότερο μετά το «Ένα παιδί μετράει τα’ άστρα». Θα πρέπει να πω ότι, όπως και πολλοί συνομήλικοί μου, ποτέ δε συμπάθησα ιδιαίτερα το γράψιμο του Λουντέμη, άσχετα αν διάβασα τα βιβλία του. Απλώς ήταν κάτι σαν υποχρεωτικό ανάγνωσμα εκείνης της εποχής, ειδικά σε κάποιους κύκλους. Και, βεβαίως, το σημαντικό ήταν να μπορείς να πεις (και ειδικά με περισπούδαστο ύφος) μερικά τσιτάτα του στην κατάλληλη στιγμή. Αν δεν θυμόσουν κάποιο, μπορούσες απλώς να πεις τους τίτλους –και εδώ, το σημαντικό ήταν το τάιμινγκ.

Εν ολίγοις, στη συνείδησή μου, οι τίτλοι του Λουντέμη παρέμειναν πάντα σαν κλισέ. Όμως, ειλικρινά, ήταν το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό όταν άκουσα εχτές ότι οι κερασιές ξεκίνησαν να ανθίζουν στην Ιαπωνία. Όπως κάθε χρόνο αυτή την εποχή, ανεξάρτητα από το πόσα Ρίχτερ ήταν ο σεισμός της 11ης Μαρτίου, πόσα μέτρα έφτασε το τσουνάμι, πόσοι άνθρωποι σκοτώθηκαν, αγνοούνται ή είναι άστεγοι στο Τοχόκου, πόσους βαθμούς έχει φτάσει η θερμοκρασία στις δεξαμενές του αντιδραστήρα 3 και πόσα Μπεκερέλ είναι η ραδιενέργεια στο σπανάκι από το Ιμπαράκι. Και είναι ενδιαφέρον ότι η ίδια φύση που ξεχύθηκε με τόση μανία επάνω στην Ιαπωνία πριν από είκοσι μέρες, είναι η ίδια φύση που θα κάνει τις κερασιές να ανθίσουν. Και φέτος.

Προτιμώ να αποφύγω τα περί του συμβολισμού της κερασιάς στον ιαπωνικό πολιτισμό –είμαι σίγουρος ότι όσοι τον ξέρουν, τον ξέρουν και όσοι δεν τον ξέρουν, μπορούν να τον βρουν πολύ εύκολα αν ψάξουν. Εκείνο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ λιγάκι, προσπαθώντας να παραμείνω εντός των ορίων του μπλογκ (ή μη μόνον για να απολογηθώ εμμέσως για άλλη μια εξαφάνιση), είναι ότι ακριβώς το ότι οι κερασιές θα ανθίσουν και φέτος, μπορεί να αποτελέσει μια από τις πιο εντός του πνεύματος του Ζεν δηλώσεις που θα μπορούσε να κάνει κανείς αναλογιζόμενος τα τεκταινόμενα στην Ιαπωνία τις τελευταίες αυτές μέρες. Προφανώς αυτά που έγιναν, έγιναν και προφανώς η επανόρθωσή τους θα πάρει χρόνο και θα απαιτήσει τεράστιες προσπάθειες σε όλα τα επίπεδα. Λιγότερο προφανώς, το μέγεθος της καταστροφής, έχει ήδη δρομολογήσει μια σειρά από αλλαγές στην κοινωνική συνείδηση των Ιαπώνων, αλλαγές που θα δούμε εντός των προσεχών χρόνων ανάγλυφες μπροστά μας –όσοι έχετε υπομονή και/ή ενδιαφέρον, θυμηθείτε το αυτό και ελάτε να το ξανασυζητήσουμε σε δέκα χρόνια από τώρα.

Όμως αυτά δεν αναιρούν την πραγματικότητα: οι κερασιές θα ανθίσουν και φέτος. Όπως άνθισαν και πέρσι (χωρίς σεισμό, τσουνάμι και πυρηνικό ατύχημα) και όπως θα ανθίσουν και του χρόνου (επίσης, ελπίζω). Και όπως κάθε χρόνο, οι Ιάπωνες θα βγουν στα πάρκα για να καθίσουν και να τις δουν –πιθανότατα με πιο βαριά καρδιά από άλλες φορές, αλλά με τη συνείδηση ότι αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή είναι μοναδικό, ακόμα και αν γίνεται κάθε χρόνο. Αν, τελικά, ο λαός αυτός έχει πάρει κάτι από τον Βουδισμό (και ταυτόχρονα, από το ανισόρροπο κομμάτι της φύσης πάνω στο οποίο έχει χτίσει τον πολιτισμό του), αυτό είναι η διαρκής υπενθύμιση της αξίας της στιγμής και, κατ’ επέκταση η απόρριψη του παρελθόντος μόλις αυτό πάψει να είναι παρόν και γίνει παρελθόν. Ειλικρινά τώρα, η φράση «οι κερασιές θα ανθίσουν και φέτος» δε θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια από εκείνες τις απαντήσεις που τα βιβλία λένε ότι δίνουν οι δάσκαλοι του Ζεν στους πεινασμένους για «φώτιση» και «Αλήθεια» μαθητές τους; Και αν ήταν μια τέτοια φράση, δε θα έλεγε ακριβώς όσα χρειάζεται;

Sunday, March 13, 2011

Εκ της Διευθύνσεως (ΧVI): Περί Ιαπωνίας


Επειδή όσοι διαβάζετε το μπλογκ ξέρετε για τις σχέσεις μου με την Ιαπωνία, φαντάζομαι ότι ίσως περάσ
ατε μια βόλτα για να διαβάσετε κάτι σχετικό. Αντί άλλου κειμένου, μεταφράζω ένα ποστ του Ρένφιλντ Κουρόντα, ενός ακόμα φίλου από το περιβάλλον του Μπραντ Ουόρνερ ο οποίος ζει στο Τόκιο. Ναι, από μια περίεργη σύμπτωση και το αμέσως προηγούμενο ποστ που είχα ανεβάσει ήταν αναδημοσίευση από τον Μπραντ ενός άρθρου που είχε βρει ο Ρεν στην εφημερίδα. Χωρίς άλλη καθυστέρηση λοιπόν, να τι λέει ένας άνθρωπος ο οποίος αυτή τη στιγμή μεγαλώνει δύο μικρά παιδιά στη χώρα από την οποία προέρχονται οι φρικτές εικόνες που βλέπουμε στην τηλεόραση.

reality check
13/3/2011 09:37:00
MM

Ναι, ακόμα είμαστε μια χαρά.
Για την ιστορία, το Τόκιο είναι πάνω από τριακόσια χιλιόμετρα μακριά από το Σεντάι. Ο σεισμός στο Τόκιο ήταν μεγάλος και άσχημος όμως χάρη σε μερικούς από τους πιο αυστηρούς οικοδομικούς κανονισμούς στον κόσμο, οτιδήποτε έχει χτιστεί στην πόλη τα τελευταία 20 χρόνια είναι απολύτως ασφαλές. Όμως αρκετά για μένα. Ας μιλήσουμε για ΣΑΣ και για το τι πρέπει να κάνετε ΕΣΕΙΣ. Δύο πολύ σημαντικά πράγματα:

1. Σταματήστε να χαραμίζετε πολύτιμους επικοινωνιακούς πόρους. Υπάρχει έλλειψη ρεύματος και η τηλεφωνική επικοινωνία ακόμα δεν είναι πολύ καλή. Ξέρω ότι αυτό ακούγεται πολύ σκληρό αλλά δεν είναι πιο σκληρό από έναν σεισμό 9R και ένα τσουνάμι ύψους 10 μέτρων.

Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι των οποίων αγνοείται η τύχη. ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΥΤΟΙ χρειάζονται τη σύνδεση του κινητού περισσότερο από εσάς. Υπάρχουν κυριολεκτικά εκατομμύρια άνθρωποι με ελάχιστο ή καθόλου ρεύμα (οι οποίοι δεν έχουν ούτε νερό γιατί οι αντλίες δουλεύουν με ρεύμα, ούτε βενζίνη γιατί και αυτές οι αντλίες δουλεύουν με ρεύμα κ.λπ.) οπότε μην το χαραμίζετε. Αν θέλετε να βρείτε κάποιον, περάστε από το Google person finder

2. Αντί να στέλνετε τις «σκέψεις» σας ή τις «προσευχές» σας ή οτιδήποτε άλλο σας κάνει να νιώθετε καλά, στείλτε λεφτά. Όσο περισσότερα γίνεται, κατευθείαν στον Ερυθρό Σταυρό ή σε οποιονδήποτε άλλο τέτοιο οργανισμό που μετατρέπει άμεσα και αποτελεσματικά τα λεφτά σε σωτηρία ζωών. Και πάλι ακούγομαι σκληρός; Η οικογένειά μου κι εγώ είμαστε μια χαρά, όμως δεκάδες χιλιάδες δεν είναι. Συγνώμη αλλά οι σκέψεις σας δε βοηθούν. Στείλτε λεφτά. Τώρα. Όσο περισσότερα μπορείτε.

Και τέλος, σταματήστε να ανησυχείτε για την επερχόμενη πυρηνική καταστροφή. Δεν πρόκειται να γίνει. Ναι, είμαι υπέρ της πυρηνικής ενέργειας, όμως στην πραγματικότητα τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα και δε θα γίνουν τόσο άσχημα. Αν και μπορεί όντως να γεννήσει τον Γκοτζίλα, η τραγωδία του πυρηνικού αντιδραστήρα δεν πρόκειται να μολύνει όλη την Ιαπωνία. Διαβάστε αυτό και μετά
ξαναδιαβάστε το . Και στη συνέχεια, φιλτράρετε όλες τις παπαριές που ακούτε στα ΜΜΕ μέσα από έναν χοντρό φακό γεγονότων, πραγματικότητας και φυσικής.

Και αφού το κάνετε, πηγαίνετε να κάνετε μια χρηματική δωρεά. Εσείς έχετε άφθονα ενώ αρκετές χιλιάδες οικογένειες τώρα πια δεν έχουν παρά λάσπη και χαμένα όνειρα.

Το λινκ για το πρωτότυπο άρθρο είναι
το: http://networkedblogs.com/fmsII

Saturday, March 5, 2011

Ο Βουδισμός που πεθαίνει

[...]

Το παρακάτω είναι ένα κείμενο από τους Τάιμς της Νέας Υόρκης που μου έστειλε ο φίλος μου ο Ρεν Κουρόντα. Απολαύστε το:

14 Ιουλίου 2008
Ίσως ο Βουδισμός να πεθαίνει στην Ιαπωνία
Του Νοριμίτσου Ονίσι

Όγκα, Ιαπωνία –Οι Ιάπωνες είχαν πάντα μια χαλαρή προσέγγιση στη θρησκεία, μια προσέγγιση που θυμίζει λίγο τη συμπεριφορά μπροστά σε έναν μπουφέ: αποχαιρετούν τον παλιό χρόνο σε βουδιστικούς ναούς και λίγο αργότερα καλωσορίζουν τον καινούριο σε σιντοϊστικά τεμένη και παντρεύονται με την ίδια ευκολία ακολουθώντας τα τελετουργικά του Σίντο ή του Χριστιανισμού.

Αν πρόκειται για κηδείες, ωστόσο, είναι παραδοσιακά και σχεδόν μονολιθικά βουδιστές –σε σημείο μάλιστα που ο Βουδισμός στην Ιαπωνία συχνά να αποκαλείται «Βουδισμός των κηδειών» (funeral Buddhism) καθώς η συγκεκριμένη θρησκεία έχει σχεδόν το μονοπώλιο στις περίπλοκες (και προσοδοφόρες) τελετές που σχετίζονται με τις ταφές και τα μνημόσυνα. Η έκφραση αυτή όμως, περιγράφει και μια θρησκεία που, καθώς ασχολείται περισσότερο με τις ανάγκες των νεκρών παρά με αυτές των ζωντανών, χάνει σιγά-σιγά τη θέση της στην ιαπωνική κοινωνία.

«Αυτή είναι η εικόνα που προβάλει ο Βουδισμός των κηδειών» λέει ο Ριόκο Μόρι, ο επικεφαλής ιερέας του, ηλικίας 700 ετών, ναού Ζουΐκοτζι εδώ στη βόρεια Ιαπωνία. «Στο Ισλάμ ή στον Χριστιανισμό, κάνουν κηρύγματα για πνευματικά ζητήματα, όμως στην Ιαπωνία τώρα πια πολύ λίγοι βουδιστές ιερείς κάνουν κάτι τέτοιο». Ο κ. Μόρι, ο οποίος είναι 48 ετών και είναι ο 21ος επικεφαλής ιερέας του ναού, δεν είναι βέβαιος ότι ο ναός του θα καταφέρει να δει και τον 22ο. «Αν ο ιαπωνικός Βουδισμός δεν αναλάβει δράση τώρα, θα πεθάνει», λέει. «Δεν έχουμε περιθώριο να περιμένουμε –πρέπει να κάνουμε κάτι».

Σε όλη την Ιαπωνία, ο Βουδισμός αντιμετωπίζει μια σειρά από προβλήματα. Ορισμένα από αυτά είναι γνώριμα στις θρησκείες και άλλων ευημερουσών χωρών ενώ κάποια άλλα είναι μοναδικά εδώ. Η έλλειψη διαδόχων, για παράδειγμα, θέτει σε κίνδυνο τη συνέχεια κάποιων οικογενειακών ναών σε όλη τη χώρα, ενώ πρόβλημα υπάρχει και με την κατανομή του πληθυσμού: στις αστικές περιοχές, το ενδιαφέρον για τον Βουδισμό μειώνεται ενώ στην επαρχία που οι δεσμοί της θρησκείας με την κοινότητα είναι πιο ισχυροί, υπάρχει το ζήτημα της μείωσης του πληθυσμού καθώς οι γηραιότεροι πεθαίνουν και το ποσοστό των γεννήσεων παραμένει χαμηλό.

Ίσως το πιο σημαντικό πρόβλημα πάντως, είναι ότι ο Βουδισμός χάνει την επαφή του με τη βιομηχανία των κηδειών, καθώς όλο και περισσότεροι Ιάπωνες στρέφονται σε γραφεία τελετών ή επιλέγουν να μην κάνουν καθόλου κηδείες. Στην επόμενη γενιά αναμένεται ότι πολλοί επαρχιακοί ναοί θα κλείσουν, παίρνοντας μαζί τους αιώνες τοπικής ιστορίας και συμβάλλοντας στο δημογραφικό πρόβλημα που μαστίζει την επαρχιακή Ιαπωνία. Εδώ στην Όγκα της επαρχίας Ακίτα, στην ομώνυμη χερσόνησο που βλέπει προς τη Θάλασσα της Ιαπωνίας, οι βουδιστές ιερείς βρίσκονται αντιμέτωποι με τους αριθμούς που δείχνουν ξεκάθαρα την παρακμή της αλιείας και τη μείωση του πληθυσμού.

«Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο πληθυσμός είναι περίπου ο μισός από όσο ήταν στην καλύτερή του φάση και ότι όλες οι δουλειές έχουν επίσης πέσει στο μισό» λέει ο Γκίτζου Σακαμότο, 74 ετών, ο 91ος επικεφαλής ιερέας του παλιότερου ναού της Ακίτα, του Τσοράκουτζι (ο ναός ιδρύθηκε γύρω στο 860 μ.Χ.). «Με δεδομένη αυτή την πραγματικότητα, το να επιμένουμε ότι έχουμε μια θρησκεία και μια μακρά ιστορία –για την ακρίβεια, τη μακρύτερη στην Ακίτα- είναι σαν παραμύθι. Δεν έχει κανένα νόημα. Αυτός είναι και ο λόγος που πιστεύω ότι το μέρος αυτό δεν έχει καμία ελπίδα». Προκειμένου να επιβιώσει ο ναός του, ο οποίος βρίσκεται σε ένα ακρωτήριο πάνω από ένα ψαράδικο χωριό, ο κ. Σακαμότο έχει ρίξει το βάρος της δραστηριότητάς του σε ένα γηροκομείο και σε έναν καινούριο ναό σε ένα αναπτυσσόμενο προάστιο της πόλης Ακίτα Σίτυ. Ο ναός αυτός, ωστόσο, έχει προσελκύσει μόλις 60 νοικοκυριά στα δύο χρόνια λειτουργίας του, αριθμός πολύ μικρότερος από τα 300 που χρειάζεται προκειμένου να είναι οικονομικά βιώσιμος.

Για πολλούς αιώνες, οι συνηθισμένοι βουδιστικοί ναοί (οι οποίοι περνούσαν από τον πατέρα στον μεγαλύτερο γιο), εξυπηρετούσαν έναν συγκεκριμένο αριθμό ενοριτών-μελών και σχεδόν ποτέ δεν προσηλύτιζαν καινούριους πιστούς –τα 300 νοικοκυριά ήταν αρκετά για να έχει δουλειά ο επικεφαλής ιερέας του ναού και η σύζυγός του. Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει. Ο αριθμός των ναών μειώνεται (από 86.586 σε 85.994 για το έτος 2000, σύμφωνα με την ιαπωνική Υπηρεσία Πολιτισμού) και παράλληλα μειώνεται και ο αριθμός των ενοριτών-μελών ανά ναό.

«Χρειάζεται να βρούμε άλλες δουλειές –ο ναός δεν είναι αρκετός», λέει η 73χρονη Κιό Κον, σύζυγος του επικεφαλής ιερέα του Κογκάκουϊν, ενός ναού της περιοχής που έχει 170 νοικοκυριά στην ενορία του. Η Κιό Κον εργαζόταν σε έναν παιδικό σταθμό, ενώ ο σύζυγός της σε ένα γραφείο χωροταξικού σχεδιασμού. Όχι πολύ μακριά, στο Ντοσότζι, έναν ναό που πλέον έχει μόλις 85 νοικοκυριά (και αυτά αποτελούμενα βασικά από ηλικιωμένους), ο επικεφαλής ιερέας, ο 59χρονος Τζόκαν Τακαχάσι, αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα πολύ γνώριμο στις περισσότερες μικρές, οικογενειακές επιχειρήσεις της Ιαπωνίας: την εύρεση διαδόχου. Ο μεγαλύτερός του γιός έχει εκπαιδευτεί ως βουδιστής ιερέας, όμως ο κ. Τακαχάσι δεν είναι σίγουρος αν θα του ζητήσει να αναλάβει τον ναό. «Ο γιος μου μεγάλωσε χωρίς να ξέρει τίποτα άλλο από τον κόσμο πέρα απ’ αυτόν τον ναό και μου είπε ότι δεν αισθάνεται ελεύθερος», μας λέει εξηγώντας μας γιατί ο γιος του, ο οποίος είναι πλέον 28 ετών, εργάζεται σε μια εταιρεία σε μια γειτονική πόλη. «Μου ζήτησε να τον αφήσω ελεύθερο όσο καιρό θα συνεχίσω να εργάζομαι και ότι θα έρθει να αναλάβει τον ναό όταν θα φτάσει στα 35 του. Ωστόσο, αν σκεφτούμε το μέλλον, το να πιέσεις έναν νέο άνθρωπο να αναλάβει έναν τέτοιο ναό, ίσως είναι απάνθρωπο», λέει ο κ. Τακαχάσι καθώς μας ξεναγεί στην πιο σημαντική αίθουσα του ναού του: μια εσωτερική αίθουσα γεμάτη με ξύλινα ντουλάπια τα οποία, λέγεται, ότι φιλοξενούν τα πνεύματα των προγόνων των ενοριτών-μελών του.

Πρόσφατα, ένα πρωινό, ο κ. Μόρι (ο ιερέας του ηλικίας 700 ετών ναού), ξεκίνησε την μέρα του με μια επίσκεψη σε μια οικογένεια καλλιεργητών ρυζιού για το 33ο μνημόσυνο του παππού της οικογένειας· ο κ. Μόρι υποκλίθηκε μπροστά στο προσευχητάρι της οικογένειας και έψαλε σούτρες. Αργότερα επανέλαβε το τελετουργικό αυτό σε ένα άλλο νοικοκυριό, αυτή τη φορά για την έβδομη επέτειο του θανάτου του παππού της οικογένειας. Το θέμα είναι όμως ότι όλο και περισσότεροι Ιάπωνες, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα, παρακάμπτουν τις παραδόσεις αυτές –πολλοί δεν ανήκουν πια σε ναούς και όταν πεθαίνουν οι συγγενείς τους, στρέφονται στα γραφεία τελετών τα οποία, αν τους ζητηθεί, συνεργάζονται με βουδιστές ιερείς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Σύμφωνα με μια έρευνα που έκανε το 2007 η Ιαπωνική Ένωση Καταναλωτών, το μέσο κόστος μιας κηδείας –χωρίς το κόστος του χώρου ταφής- ήταν 21.500 δολάρια, 5.100 από τα οποία κάλυπταν το κόστος της λειτουργίας που εκτελούσε ένας βουδιστής ιερέας.

Ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980, σχεδόν όλοι οι Ιάπωνες έκαναν τις κηδείες στα σπίτια τους ή σε ναούς και ο τοπικός βουδιστής ιερέας έπαιζε σημαντικό ρόλο στις τελετές αυτές, όμως ειδικά στην τελευταία δεκαετία, παρουσιάστηκε μια μεγάλη μετακίνηση προς τα γραφεία τελετών. Σύμφωνα με την Ένωση Καταναλωτών, το 1999, το 62 τοις εκατό εξακολουθούσε να κάνει τις κηδείες στο σπίτι ή στους ναούς ενώ το 30 τοις εκατό επέλεγε τα γραφεία τελετών, όμως το 2007 τα ποσοστά είχαν αντιστραφεί: το 28 τοις εκατό επέλεγε το σπίτι ή τον ναό και το 61 τοις εκατό τα γραφεία τελετών.

Πέραν αυτών, ένα ολοένα και αυξανόμενο ποσοστό των Ιαπώνων, αποφασίζουν να αποτεφρώσουν τους δικούς τους χωρίς να κάνουν κανενός είδους κηδεία, όπως αναφέρει ο Νοριγιούκι Ουέντα, ανθρωπολόγος από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Τόκιο και ειδικός σε θέματα Βουδισμού. «Εξαιτίας όλων αυτών, οι βουδιστές ιερείς και οι ναοί τους, θα πάψουν να εμπλέκονται με τις κηδείες», λέει ο κ. Ουέντα και συνεχίζει αναφέροντας ότι ο ιαπωνικός Βουδισμός έχει χάσει την πνευματική του πλευρά κυρίως επειδή την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όχι μόνο δεν αντιστάθηκε στο στρατοκρατικό καθεστώς της χώρας αλλά διαμόρφωσε και στενούς δεσμούς μαζί του. Με τους βουδιστές ιερείς να τιμούν τους νεκρούς στρατιώτες και να τους δίνουν ειδικά μεταθανάτια βουδιστικά ονόματα, κάθε συζήτηση περί φιλειρηνικότητας ακουγόταν κενή νοήματος.

Ο κ. Μόρι, ο ιερέας, αναφέρει ότι μετά τον πόλεμο υπήρξε μεγάλη ζήτηση για πολυτελείς κηδείες και για βαρύγδουπα βουδιστικά ονόματα. Τα ονόματα αυτά, τα καλύτερα από τα οποία παραδοσιακά δίνονταν σε ανθρώπους που είχαν ζήσει έντιμη ζωή, πλέον απλώς πωλούνται και αγοράζονται χωρίς να δίνει κανείς σημασία από το πώς είχε ζήσει τη ζωή του ο νεκρός. «Οι στρατιώτες που έδωσαν τη ζωή τους για τη χώρα πήραν ιδιαίτερα μεταθανάτια βουδιστικά ονόματα, οπότε όλοι άρχισαν να ζητούν κάτι τέτοιο και οι τιμές εκτοξεύτηκαν στα ύψη», λέει ο κ. Μόρι. «Όλοι γίνονταν πιο πλούσιοι και όλοι ήθελαν ένα τέτοιο όνομα, όμως αυτό το πράγμα χάλασε την εικόνα μας»· προσθέτει μάλιστα ότι η ψηλότερη τιμή που έφτασε ένα τέτοιο όνομα στην Ακίτα ήταν περί τα 3000 δολάρια, ποσό ελάχιστο σε σχέση με τις αντίστοιχες τιμές στο Τόκιο.

Γεγονός είναι ότι η κακή αυτή εικόνα ενισχύεται από τον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι συναλλαγές γύρω από τις κηδείες και τα μνημόσυνα. Δεν υπάρχουν τιμοκατάλογοι και επαφίεται στην κρίση της κάθε οικογένειας να δώσει ό,τι καταλαβαίνει· και οι συγγενείς γενικά αισθάνονται μια σιωπηλή πίεση να είναι αρκετά γενναιόδωροι. Τα χρήματα δίνονται μέσα σε κλειστούς φακέλους και δε δίνονται αποδείξεις ενώ οι ναοί, έχοντας νομική υπόσταση θρησκευτικής οργάνωσης, δεν πληρώνουν φόρους.

Εξαιτίας –εν μέρει- αυτής της κατάστασης, ο Καζούμα Χαγιάσι, 41 έτους, ένας βουδιστής ιερέας χωρίς δικό του ναό, ίδρυσε πριν από τρία χρόνια την εταιρεία Obohsan.com (ομπόσαν/obohsan σημαίνει ιερέας) σε ένα προάστιο του Τόκιο. Η εταιρεία στέλνει freelancer βουδιστές ιερείς σε κηδείες και άλλες λειτουργίες παρακάμπτοντας εντελώς τα γραφεία τελετών και άλλους μεσάζοντες. Οι τιμές τους, οι οποίες είναι τουλάχιστον 30 τοις εκατό χαμηλότερες από τον μέσο όρο, αναφέρονται ξεκάθαρα στο σάιτ της εταιρείας, ενώ τα μέλη έχουν και μια επιπλέον έκπτωση 10 τοις εκατό. «Δίνουμε ακόμα και αποδείξεις», λέει ο κ. Χαγιάσι και υποστηρίζει ότι αντί να απομακρύνει ακόμα περισσότερο ον ιαπωνικό Βουδισμό από τις πνευματικές του ρίζες, προτίμησε να προσελκύσει πελάτες με τις τιμές του· το ακριβότερο μεταθανάτιο όνομα κοστίζει 1500 δολάρια, τιμή που είναι εξαιρετικά χαμηλή για τα δεδομένα της αγοράς.

«Ξέρω ότι ο Βουδισμός αρχικά δεν είχε σχέση μ’ όλα αυτά», λέει ο κ. Χαγιάσι σε σχέση με το θέμα των ονομάτων «όμως είναι κάτι που ζητούν οι πελάτες μας. Κάποιοι το θέλουν πάρα πολύ και αυτή τους την επιθυμία πρέπει κάπως να την καλύψουμε». Αφού ζητάει συγνώμη για την παρέκκλισή του από τα ιδεώδη του Βουδισμού, ο κ. Χαγιάσι κλείνει λέγοντας ότι προσφέρει στους πελάτες του ένα ιδιαίτερο όνομα μεν, αλλά τους προειδοποιεί πάντοτε ότι «Αυτό είναι κάτι διαφορετικό από το να πάει κανείς στα μαγαζιά και να ψωνίσει μια ακριβή τσάντα, π.χ. της Gucci».

Μπραντ Ουόρνερ – Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008