Monday, November 21, 2011

Εκ της Διευθύνσεως (ΧΧΙ): Ζεν, φαντασιώσεις και μια πολιτική κρίση


Μια και το προηγούμενο ποστ είχε αρκετό σουξέ, σκέφτηκα να ποστάρω και κάτι ακόμα γύρω από το ίδιο θέμα –για την ακρίβεια γύρω από την ίδια κατάσταση. Θέλω να πω, το θέμα του δημοψηφίσματος κάηκε σχεδόν ταυτόχρονα με το ανέβασμα του ποστ (παρόλα αυτά εξακολουθώ να πιστεύω ότι ήταν εξαιρετική ιδέα και λυπάμαι που δεν προχώρησε), όμως το ευρύτερο πρόβλημα της κατάστασης στην Ελλάδα ούτε λύθηκε, ούτε και πρόκειται να λυθεί τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον. Όταν λυθεί δε, είμαι σχεδόν απολύτως σίγουρος ότι η λύση του δε θα έχει καμία σχέση με αυτό που οι περισσότεροι συμπατριώτες μου θεωρούν ως «λύση» και ότι η βελτίωση της κατάστασης θα περάσει μέσα από διαδρομές που οι περισσότεροι είτε δε φαντάζονται, είτε αν φαντάζονται τις θεωρούν επιδείνωση και όχι βελτίωση!


Αλλά ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή: καθώς το μπλογκ αυτό δεν είναι πολιτικό αλλά... θρησκευτικό, δεν είναι πρόθεσή μου να εκφράσω τις απόψεις μου σχετικά με το ποια θα είναι η πιθανότερη (κατ’ εμέ) εξέλιξη για την ελληνική οικονομία, ούτε ποια θα είναι η ευμενέστερη (επίσης κατ’ εμέ) εξέλιξη για την ελληνική κοινωνία –έτσι κι αλλιώς, η μελλοντολογία είναι ανοησία (και όχι μόνο βουδιστικά μιλώντας) και έτσι κι αλλιώς αυτά που θα γίνουν θα γίνουν, οπότε ας τα δούμε και ας τα σχολιάσουμε μετά. Προς το παρόν αυτό που με ενδιαφέρει είναι το πώς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και πώς αυτό σχετίζεται με τις διδασκαλίες ενός ινδού διανοητή που έζησε πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια.

Πολύ απλά μιλώντας, το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι ακριβώς αυτό στο οποίο αποπειράται να δώσει μια λύση ο βουδισμός: δηλαδή η αποστασιοποίηση από την πραγματικότητα και η προσφυγή στις φαντασιώσεις. Ή, αν προτιμάτε, η αντικατάσταση της πραγματικότητας από τις φαντασιώσεις. Όσο περνάει ο καιρός, πείθομαι όλο και περισσότερο ότι όλα τα προβλήματα ανάγονται τελικά σε προσωπικά και ότι στη βάση τους βρίσκουμε πάντα αυτή ακριβώς την παρεξήγηση ή την αδυναμία, τελικά του ανθρώπου να αποδεχτεί ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα φαντάζεται ή όπως τα θέλει αλλά όπως είναι. Ακόμα και το πιο σκληροπυρηνικό τεχνικό πρόβλημα, αν αναλυθεί αρκετά, εκεί καταλήγει –τουλάχιστον από τη βουδιστική σκοπιά!

Το πρόβλημα της Ελλάδας αυτή τη στιγμή είναι οικονομικό, λένε οι περισσότεροι. Σαφώς, όμως το οικονομικό πρόβλημα κρύβει πίσω του ένα βαθύτερο κοινωνικό και πολιτισμικό πρόβλημα· η Ευρωπαϊκή Ένωση σίγουρα αντιμετωπίζει μια κρίση που πάει πέρα από τη φοροδιαφυγή των ελλήνων, όμως αν η Ελλάδα ήταν οργανωμένη διαφορετικά, η θέση της απέναντι στην ευρύτερη κρίση θα ήταν κι αυτή διαφορετική όπως είναι διαφορετική η θέση της Γερμανίας ή της Γαλλίας. Οι λόγοι που δεν είναι οργανωμένη διαφορετικά είναι κοινωνικοί και, όπως ήδη έχουν αρχίσει να επισημαίνουν αρκετοί σχολιαστές, έλληνες και ξένοι, έχουν τη βάση τους σε ορισμένες πολιτισμικές ιδιομορφίες της χώρας και του λαού της, ιδιομορφίες που διαμορφώνουν τελικά ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα.

Από την οικονομία στην κοινωνία και από εκεί στις βαθύτερες πολιτισμικές ιδιαιτερότητες –όλα αυτά είναι σχετικά εύκολα ερμηνεύσιμα ιστορικά και κοινωνιολογικά. Και λέω «σχετικά εύκολα» επειδή ο περισσότερος κόσμος εξακολουθεί να προτιμάει να αγνοεί την ιστορία και την κοινωνιολογία και να αρκείται στις βολικές επεξηγήσεις του τύπου «φταίνε οι πολιτικοί», «φταίει η παγκόσμια κρίση», «φταίνε τα ξένα συμφέροντα», «φταίνε οι πλούσιοι» κ.λπ. Όμως και αυτές οι επεξηγήσεις δείχνουν ότι το πρόβλημα στη βάση του είναι προσωπικό και άπτεται της ίδιας αδυναμίας να μη θέλουμε να δούμε την πραγματικότητα κατάματα και να καταφεύγουμε σε φαντασιώσεις.

Στα χρόνια που παρατηρώ τον κόσμο γύρω μου (και όχι πάντα φορώντας βουδιστικά γυαλιά), βλέπω να επαναλαμβάνεται στερεότυπα το ίδιο φαινόμενο: οι άνθρωποι δεν είναι ικανοποιημένοι με αυτό που ζουν και θέλουν κάτι διαφορετικό –συνήθως κάτι περισσότερο, όμως το πρόβλημα εδώ δεν είναι η απληστία, είναι η πάσης φύσεως διαφοροποίηση. Και βεβαίως είναι θεμιτό να θέλει κανείς να βελτιώσει τη ζωή του και να καταβάλλει προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση· τα πράγματα γίνονται προβληματικά όταν οι προσπάθειες αυτές κατευθύνονται αποκλειστικά από τη φαντασία και αγνοούν την πραγματικότητα.

Κατά την άποψή μου, τις τελευταίες δεκαετίες, οι έλληνες ζουν κατευθυνόμενοι από τις φαντασιώσεις τους. Έχουν υιοθετήσει ένα μοντέλο ζωής το οποίο περνάει μέσα από την κατανάλωση και δη την κατανάλωση ακριβών αγαθών, μέσα από την εξίσωση της χώρας με τις χώρες της Ευρώπης και τις ΗΠΑ και, γενικότερα, μέσα από την αποδοχή ενός μοντέλου σκέψης και τρόπου ζωής που διαμορφώθηκε στη Δύση από τη βιομηχανική επανάσταση και ύστερα και που εδραιώθηκε ακόμα περισσότερο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Παραδόξως, η πλειονότητα των ελλήνων δε σκέφτηκε ότι είναι αδύνατον να αποδεχτείς 100% ένα ξένο μοντέλο διότι είναι...  ξένο· μ’ άλλα λόγια, προέρχεται από χώρες με άλλου τύπου ιστορία και κοινωνική οργάνωση και, συνεπώς, με άλλου τύπου νοοτροπία.

Παρόλα αυτά, προτιμήσαμε και εν πολλοίς προτιμούμε ακόμα, να κινούμαστε με βάση αυτό το μοντέλο χωρίς να σκεφτόμαστε ότι μια τέτοια προσπάθεια είναι εξ ορισμού καταδικασμένη να αποτύχει. Όταν δε, φτάσαμε να βλέπουμε μπροστά μας ότι πλέον έχουμε μπει στην τελική ευθεία προς την απόλυτη αποτυχία, εξακολουθούμε να μη βλέπουμε την πραγματικότητα και καταφεύγουμε στις εύκολες απαντήσεις που ανέφερα παραπάνω. Εν ολίγοις, εξακολουθούμε να μη βλέπουμε την πραγματικότητα· ούτε αυτή που ζούσαμε επί δεκαετίες, ούτε τις συνέπειές της που ζούμε τώρα, ούτε τη σχέση μεταξύ τους. Το πιο απαισιόδοξο δε, είναι ότι όσο δεν τη βλέπουμε τόσο βέβαιο είναι ότι η πραγματική μας κατάσταση θα γίνεται χειρότερη!

Αν κάποιος δεν έχει αντιληφθεί ήδη που μπαίνει ο βουδισμός Ζεν σε όλα αυτά, να το επισημάνω και ευθαρσώς: ο Βούδας άρχισε να ερευνά τον εαυτό του και την κατάσταση γύρω του όταν συνειδητοποίησε ότι ως εκείνη τη στιγμή είχε ζήσει αποκομμένος από την πραγματικότητα (για όσους δε θυμούνται τα βασικά της ιστορίας του Γκοτάμα, ήταν πρίγκιπας και ο βασιλιάς πατέρας του δεν του επέτρεπε να βγει από το παλάτι και να δει πώς ζούσε ο λαός, φοβούμενος ότι ο νεαρός θα αφιερωνόταν στη φιλοσοφία και δε θα ασχολιόταν με την... οικογενειακή επιχείρηση). Έχουμε λοιπόν ένα σύστημα σκέψης το οποίο στηρίζεται στη σειρά σκέψεων: δεν έχω επαφή με την πραγματικότητα, αυτό μου δημιουργεί πρόβλημα αντίληψης, θέλω να πάψω να έχω αυτό το πρόβλημα αντίληψης και, άρα, αποκτώ επαφή με την πραγματικότητα. Η δε συνειδητοποίηση που οδήγησε τον Γκοτάμα να γίνει βούδας ήταν ακριβώς αυτή: ότι μόνο έχοντας σαφή συναίσθηση της πραγματικότητας και δρώντας απέναντι σ’ αυτό που συμβαίνει ιδωμένο πέρα από τα φίλτρα που κατασκευάζει ο νους λόγω των αδυναμιών και των ανασφαλειών μας, μπορούμε να ζήσουμε μια ζωή που βγάζει νόημα· σε αντίθετη περίπτωση, απλώς κυνηγάμε την ουρά μας, δημιουργώντας φαύλους κύκλους.

Βεβαίως οι φαύλοι κύκλοι μπορούν να σπάσουν. Και η κατάλληλη στιγμή για να σπάσει ένας φαύλος κύκλος είναι τώρα –και δεν εννοώ «τώρα» με την έννοια του Νοεμβρίου του 2011 και της συγκεκριμένης πολιτικό-κοινωνικής συγκυρίας αλλά το εκάστοτε «τώρα». Αν συμφωνούμε ότι κατά βάση το πρόβλημά μας είναι ένα πρόβλημα προσωπικό, το οποίο οδηγεί σε ένα πρόβλημα πολιτισμικό και από εκεί σε ένα κοινωνικό και οικονομικό, ας το λύσουμε πρώτα σε προσωπικό επίπεδο. Ας δούμε τι πραγματικά θέλουμε και τι μπορούμε να θέλουμε –εννοώ τι από αυτά που θέλουμε είναι εφικτό και αντιστοιχεί στις πραγματικές μας δυνατότητες, καθενός ξεχωριστά- και ας κάνουμε ό,τι μπορούμε να για το αποκτήσουμε. Ας αγνοήσουμε για μια φορά το «ευρωπαϊκό όραμα» ή το «όραμα της μεγάλης και σημαντικής Ελλάδας» καθώς «όραμα» είναι μια άλλη λέξη για τη «φαντασίωση» και ας κινηθούμε με βάση αυτό που ξέρουμε ότι πραγματικά μπορούμε και θέλουμε.

Για κάποιους –πιθανότατα για όλους- μια τέτοια συνειδητοποίηση θα οδηγήσει σε βαθιές αλλαγές και σε ένα παρόν και εγγύς μέλλον με πολλές δυσκολίες. Όμως δε γίνεται διαφορετικά καθώς κάθε ξύπνημα είναι ξεβόλεμα και δυσάρεστο. Αν προκειμένου να μπορέσουμε να ζήσουμε πιο ήρεμοι και με πραγματικές προοπτικές, πρέπει να εγκαταλείψουμε τη φαντασίωση της «ευρωπαϊκής Ελλάδας» και πρέπει να προσαρμοστούμε με την πραγματικότητα της «βαλκανικής Ελλάδας», ας κάνουμε αυτό ή ας αποφασίσουμε ότι θέλουμε όντως τόσο πολύ να κάνουμε πραγματικότητα την «ευρωπαϊκή Ελλάδα», ας δουλέψουμε χίλιες φορές περισσότερο για να περάσουμε μέσα από όσα πέρασαν οι ευρωπαϊκές χώρες για να φτάσουν σήμερα να είναι αυτό που είναι και το οποίο θέλουμε κι εμείς να γίνουμε –δεν πιστεύω ότι δε γίνεται, αλλά πιστεύω ότι χρειάζεται πολύ περισσότερη δουλειά από όση είναι διατεθειμένοι να κάνουν οι περισσότεροι.

Το είπα στην αρχή και το ξαναλέω: δεν είμαι τόσο αφελής ώστε να πιστεύω ότι η διεθνής συγκυρία είναι άσχετη με την καθημερινότητα που βιώνει αυτή τη στιγμή ο ελληνικός λαός. Πιστεύω όμως ότι αν ο ελληνικός λαός (για την ακρίβεια, αν καθένας από τους ανθρώπους που τον αποτελούν) λειτουργούσε λιγότερο με το θυμικό και περισσότερο με τη λογική, θα είχε και κάποια εφόδια για να αντιμετωπίσει τη διεθνή συγκυρία. Ο καπιταλισμός περνάει διαρκώς από διάφορες κρίσεις· για την ακρίβεια, οι κρίσεις είναι μέρος του συστήματος αυτού και θα λυθούν από το ίδιο το σύστημα, αγνοώντας την πραγματικότητα ενός εκάστου. Αν υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε εμείς για να αμυνθούμε (και ακόμα περισσότερο για να νικήσουμε –αν το ζητούμενο είναι αυτό) είναι να αντιληφθούμε τι ακριβώς έχουμε μπροστά μας, πώς λειτουργεί και ποια είναι η θέση μας απέναντί του, πράγμα που σημαίνει ότι θα αντιληφθούμε και ποια είναι η θέση μας γενικώς, χωρίς φαντασιώσεις και χωρίς υπεκφυγές. Και, αν δεν έχω παρεξηγήσει απολύτως ό,τι έχω διαβάσει περί βουδισμού τα τελευταία είκοσι χρόνια, η μόνη γνώση που έχει αξία είναι η γνώση του ποιος είμαι (*).



(*) Θα αφήσω να περάσει ασχολίαστη η ειρωνεία που εμπεριέχεται στο πόσο θεμελιώδης ήταν αυτή η γνώση για την αρχαία ελληνική σκέψη.

Friday, November 4, 2011

Εκ της Διευθύνσεως (ΧΧ): Ζεν και η τέχνη του δημοψηφίσματος


Παρακάμπτοντας με χάρη (που λέει ο λόγος) τις δικαιολογίες περί της χρονικής απόστασης από το τελευταίο ποστ, πηγαίνω πάραυτα στο θέμα μου, το οποίο όπως λέει και ο τίτλος, σχετίζεται με την πολιτική επικαιρότητα των τελευταίων ημερών. Ναι, αναφέρομαι στις τρικυμιώδεις τέσσερις τελευταίες ημέρες και, κυρίως, στο θέμα του δημοψηφίσματος το οποίο ανήγγειλε ο πρωθυπουργός. Δυστυχώς, λόγοι ανωτέρας βίας με κράτησαν μακριά από τον υπολογιστή τις τελευταίες δυόμισι μέρες και τώρα που κάθομαι να γράψω το κείμενο αυτό (βράδυ Παρασκευής στην Ιαπωνία και πρωί-μεσημέρι Παρασκευής στην Ελλάδα), οι πιθανότητες το κείμενο να βρεθεί εκτός θέματος είναι πολλές. Ωστόσο, επειδή η συγκεκριμένη σκέψη είναι σημαντική (ή έτσι πιστεύω, τουλάχιστον!), επιτρέψτε μου να την εκθέσω και αν πέσει στο κενό, έπεσε· για κείμενο σε ένα μπλογκ πρόκειται άλλωστε, οπότε δεν έχω καμιά βλέψη να χαραχτεί σε γρανίτη και να κληροδοτηθεί στις επόμενες γενεές.

Με λίγα λόγια, πιστεύω ότι η ανακοίνωση του πρωθυπουργού για δημοψήφισμα σχετικά με το πρόγραμμα στήριξης της Ελλάδας, με τη θέση της χώρας στην ΕΕ και με τη συμμετοχή της στο ευρώ, είναι ίσως η πιο ζεν πράξη που έχει κάνει έλληνας πολιτικός, τουλάχιστον στα χρόνια που θυμάμαι τον εαυτό μου –ίσως και στη νέα ελληνική ιστορία. Και είναι εντελώς κρίμα ότι οι συνθήκες τελικά θα οδηγήσουν στο να μη γίνει το δημοψήφισμα (την ώρα που γράφεται το κείμενο αυτό, οι πιθανότητες να αποφευχθεί το δημοψήφισμα αυξάνονται διαρκώς, τουλάχιστον από ό,τι διαβάζω και ακούω τόσο στα ελληνικά, όσο και στα διεθνή ΜΜΕ). Επειδή δε, νομίζω ότι η παραπάνω δήλωση (περί ζεν πράξης εκ μέρους του πρωθυπουργού) πιθανότατα θα παρεξηγηθεί (γενικώς τον έχω αυτόν τον φόβο αλλά ειδικά αυτή την περίοδο, τον έχω ακόμα και περισσότερο, δεδομένης της γενικότερης ανησυχίας και, κυρίως της σύγχυσης που προκύπτει από την υπερπληροφόρηση), εξηγούμαι πάραυτα.

Ο βουδισμός, και δη ο βουδισμός Ζεν έχει έναν και μοναδικό στόχο: να θέσει τον άνθρωπο ενώπιον των ευθυνών του –αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σχεδόν σε κάθε συζήτηση περί του ιστορικού Βούδα, υπενθυμίζεται ότι επρόκειτο για έναν κανονικό ανθρώπου ο οποίος έζησε τη ζωή του, συνειδητοποίησε ορισμένα πράγματα τα οποία και δίδαξε και στη συνέχεια πέθανε και πάει. Υπενθυμίζοντας την ανθρώπινη φύση του Βούδα, οι δάσκαλοι του Ζεν προσπαθούν να αποτρέψουν τους ακροατές τους να αντιμετωπίσουν το Βούδα σαν θεό και, άρα, να του μεταφέρουν την υπευθυνότητά τους –όπως δηλαδή γίνεται με τους πάσης φύσεως θεούς, ανεξαρτήτως γεωγραφικού μήκους και πλάτους, ιστορικού χρόνου και πολιτισμού. Είναι εύκολα αντιληπτό λοιπόν, ότι αν ο βουδισμός Ζεν θέλει να αποτρέψει ακόμα και αυτού του τύπου τη μετάθεση ευθυνών, η μετάθεση ευθυνών σε θέματα πιο απλά και καθημερινά δε συζητιέται καν!

Αυτή τη στιγμή η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει κάποια θέματα που στη βάση τους είναι απλά και καθημερινά –η έντασή τους, δεν αλλάζει (ή, έστω, δε θα πρέπει να αλλάζει) τη φύση τους (και για να μην παρεξηγηθώ, θέματα που δεν είναι απλά και καθημερινά είναι οι πάσης φύσεως θεομηνίες, οι λιμοί, οι πόλεμοι κ.λπ.). Και επειδή είναι απλά και καθημερινά, πρέπει να αντιμετωπιστούν ανάλογα: να εντοπιστεί που είναι η αιτία τους και να καταπολεμηθεί. Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, αυτό που συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα δεν είναι παρά η συνέπεια πολλών δεκαετιών (για την ακρίβεια, περίπου διακοσίων χρόνων –δηλαδή από συστάσεως ου ελληνικού κράτους) ανωριμότητας, όχι μόνο εκ μέρους των πολιτικών αλλά και, κυρίως, εκ μέρους των ελλήνων πολιτών –δηλαδή όλων ημών. Ειλικρινά, όσο και αν το σκέφτομαι, και λόγω μιας σειράς συμπτώσεων ευτυχών και δυστυχών, το σκέφτομαι περίπου από το 1985, δεν μπορώ παρά να καταλήξω ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα που να μαστίζει την ελληνική κοινωνία και το οποίο να μην ανάγεται, τελικά στην έλλειψη ωριμότητας εκ μέρους των ανθρώπων που την αποτελούν. Και αν υπάρχει περίπτωση να λυθούν τα προβλήματα, αυτό θα γίνει μόνο αν οι έλληνες αποφασίσουμε να ωριμάσουμε.

Τι σημαίνει αυτό; Αυτό ακριβώς που λέει και ο βουδισμός: να τεθούμε αντιμέτωποι με τις ευθύνες μας, να αποφασίσουμε πραγματικά τι είναι αυτό που θέλουμε και να βάλουμε μπροστά ό,τι απαιτείται για να το κατακτήσουμε. Και προς αυτή την κατεύθυνση, η απόφαση του πρωθυπουργού να διεξάγει δημοψήφισμα ήταν ίσως ό,τι καλύτερο είχε (ή θα είχε, καθώς όπως έγραψα παραπάνω, πιθανότατα το δημοψήφισμα δεν πρόκειται να γίνει) γίνει για τους έλληνες. Δηλαδή κάτι που θα μας έβαζε να σταθούμε μπροστά στον καθρέφτη, να αποφασίσουμε αν θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, να πράξουμε προς αυτή την κατεύθυνση και στη συνέχεια να ζήσουμε με τις συνέπειες. Αντί δηλαδή από τη συνηθισμένη πρακτική όπου όλοι ψηφίζουν αυτόν που πιστεύουν ότι θα τους εξυπηρετήσει, παρακάμπτοντας εντελώς την πολιτική του (όχι αυτή που θα εφαρμόσει –ακόμα και αυτή που υπόσχεται να εφαρμόσει) και στη συνέχεια αντιδρούν, το δημοψήφισμα είναι μια μοναδική ευκαιρία όλοι να εκφραστούν επί μιας συγκεκριμένης πολιτικής και μιας συγκεκριμένης κατεύθυνσης. Και, όπως έγραψα παραπάνω, να σηκώσουν το βάρος της επιλογής τους.

Φυσικά ακόμα και η υποψία μιας τέτοιας περίπτωσης αντιμετωπίστηκε με πανικό εκ μέρους απάντων των «ενδιαφερομένων» –και βάζω εδώ το «ενδιαφερόμενοι» σε εισαγωγικά επειδή οι πραγματικοί ενδιαφερόμενοι είναι οι έλληνες πολίτες στο σύνολό τους και όχι οι πολιτικοί. Το γιατί αντιμετωπίστηκε με πανικό είναι μάλλον προφανές: η αστική δημοκρατία είναι καλή, αρκεί οι πολίτες λένε αυτό που θέλει η εκάστοτε κυβέρνηση –αν οι πολιτικοί εμπιστεύονταν τόσο πολύ την κρίση του ελληνικού λαού, δεν είχαν κανένα λόγο να αντιδράσουν με τόσο έκδηλο τρόπο στην προοπτική ενός δημοψηφίσματος. Τι μπορεί να πει κανείς, ας πούμε βλέποντας αντιδράσεις όπως αυτή του υπουργού οικονομικών; «Η θέση της Ελλάδας μέσα στο ευρώ είναι μια ιστορική κατάκτηση της χώρας που δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Το κεκτημένο αυτό του ελληνικού λαού δεν μπορεί να εξαρτηθεί από την διεξαγωγή δημοψηφίσματος.», φέρεται να είπε ο υπουργός. Συγνώμη, αλλά αν πρόκειται για κάποιο κεκτημένο του ελληνικού λαού (το πώς έφτασε να είναι κεκτημένο είναι θέμα για άλλη συζήτηση), βεβαίως και μπορεί να τεθεί από αμφισβήτηση –από τον ίδιο τον ελληνικό λαό. Αυτόν δηλαδή τον λαό τον οποίο ένα πιθανό δημοψήφισμα καλεί να κάνει ακριβώς αυτό.

Αυτό που ακολούθησε την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος δεν είναι παρά η απεγνωσμένη προσπάθεια ανθρώπων που δεν θέλουν επ’ ουδενί να αμφισβητηθεί η δική τους αντίληψη για το καλό της Ελλάδας –και αυτό δεν έχει καμία σχέση με το τι πραγματικά θέλει ο ελληνικός λαός. Αν οι έλληνες πολίτες θέλουν να ζήσουν με τη δραχμή και εκτός ΕΕ, οφείλουν να το παραδεχτούν (πρωτίστως καθένας και στη συνέχεια ως κοινωνία προς την παγκόσμια κοινωνία), να εκλέξουν κυβερνήτες που θα συμβάλλουν στην υλοποίηση μιας τέτοιας πορείας και στη συνέχεια να βάλουν το κεφάλι κάτω και να δουλέψουν προς την κατεύθυνση αυτής της υλοποίησης· δε νομίζω ότι είναι αδύνατο, απλώς προϋποθέτει δουλειά και φαντασία που, ως τώρα, δεν έχω δει να αφθονούν στην Ελλάδα. Αλλά μπορεί να κάνω και λάθος και πολύ θα ήθελα να εξελιχθούν έτσι τα πράγματα ώστε να δούμε αν μπορεί να συμβεί ή όχι. Φευ, όπως δείχνουν τα πράγματα, η ευκαιρία για ένα τέτοιο πείραμα μάλλον δε θα υπάρξει καθώς οι άνθρωποι που διοικούν τη χώρα έχουν στα χέρια τους αρκετούς μηχανισμούς «σωτηρίας» των πολιτών από τον εαυτό τους –εν προκειμένω, την αποφυγή του δημοψηφίσματος.

Είμαι δημοσιογράφος αλλά δεν είμαι ούτε οικονομικός, ούτε πολιτικός συντάκτης· μ’ άλλα λόγια, αυτά που γράφω παραπάνω ενδέχεται να μη βγάζουν κανένα οικονομικό ή πολιτικό νόημα. Επειδή, ωστόσο, οι σελίδες αυτού του μπλογκ ασχολούνται με το βουδισμό και ειδικά με το βουδισμό Ζεν και ειδικά με το βουδισμό Ζεν όπως τον διδάσκει ο Μπραντ Ουόρνερ και πριν απ’ αυτόν ο Γκούντο Νισιτζίμα και ο Κόντο Σαουάκι, αυτό που με ενδιαφέρει είναι αυτά που γράφω παραπάνω να βγάζουν βουδιστικό νόημα. Και για τον βουδισμό Ζεν, δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από το να βλέπουμε την πραγματικότητα όπως είναι, χωρίς υπεκφυγές, χωρίς φαντασιώσεις, χωρίς ευσεβείς πόθους, χωρίς πίστη και χωρίς προκατάληψη. Η πραγματικότητα που ζούμε, είναι αυτή που προέκυψε από τις πράξεις μας και αν μπορεί να αλλάξει, μπορεί να αλλάξει μόνο, επίσης από τις πράξεις μας. Το δημοψήφισμα του πρωθυπουργού είναι μια ευκαιρία να πράξουμε κάτι –θα είναι κρίμα αν πάει, και αυτή, χαμένη.

ΥΓ
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν πιστεύω πραγματικά ότι ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε το δημοψήφισμα διότι θέλησε να βάλει τους έλληνες ενώπιους ενωπίοις –ειλικρινά δεν έχω ιδέα γιατί το έκανε, ούτε και με ενδιαφέρει πολύ να μάθω. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το πού θα μπορούσε να οδηγήσει ένα τέτοιο δημοψήφισμα. Και γι αυτό δεν έχω καμία αμφιβολία!