Tuesday, January 10, 2012

Κρίσνα εναντίον Ιησού


Εχτές πήγα και άραξα λιγάκι στο ετήσιο Φεστιβάλ των Αρμάτων που κάνουν οι Χάρε Κρίσνα στην παραλία Βένις Μπιτς· η φίλη μου η Σβετλάνα τράβαγε κάτι βίντεο για μια τηλεοπτική εκπομπή που φτιάχνει για να στείλει στην πατρίδα της, το Μαυροβούνιο και πήγα για να τη βοηθήσω. Όμως ο πραγματικός λόγος που πήγα ήταν για το φαγητό. Τρώω πολύ φαγητό των Κρίσνα – πραγματικά  μαγειρεύουν πολύ καλά.

Οι Χάρε Κρίσνα ήταν το πρώτη θρησκευτικό κίνημα από την ανατολή με το οποίο είχα άμεση επαφή –δεν το γράφω πολύ σωστά αλλά καταλαβαίνετε τι θέλω να πω. Όπως και να ‘χει, όταν ήμουν έφηβος είχα μεγάλο κόλλημα με τους Μπιτλς (ακόμα έχω) και ο Τζορτζ Χάρισον είχε παρτίδες με τους Κρίσνα οπότε σκέφτηκα ότι θα ήταν κουλ περίπτωση. Κάποια στιγμή είχα σκεφτεί να γίνω μέλος τους, όμως όσο περισσότερο διάβαζα τη φιλοσοφία τους, τόσο πιο χαζή μου φαινόταν –ήταν μια ανατολική εκδοχή όλων των πραγμάτων που είχα ήδη απορρίψει στον χριστιανισμό. Ο χριστιανισμός, τουλάχιστον στις εκδοχές του που είχα συναντήσει, έμοιαζε να ενδιαφέρεται βασικά γι αυτά που συμβαίνουν μέσα στο κεφάλι σου: έπρεπε να πιστέψεις ότι όλες οι ιστορίες που αναφέρονται στη Βίβλο είναι πραγματικές και εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω από πού και ως πού έχει σημασία για το Θεό αν εγώ πιστεύω ότι ο κόσμος κάποτε πλημμύρισε από μια βροχή που έπεφτε για 40 μέρες και 40 νύχτες. Το όλο πράγμα έμοιαζε εξαιρετικά αυθαίρετο.

Οι Κρίσνα τουλάχιστον, είχαν ορισμένες πραγματικές δραστηριότητες στις οποίες μπορούσα να εμπλακώ. Δεν έτρωγαν κρέας, έψελναν, φορούσαν συγκεκριμένα ρούχα και είχαν κουρέματα που ήταν πιο γελοία ακόμα και από αυτά που είχαν ορισμένοι πανκ φίλοι μου. Όμως, όταν εξοικειώθηκα κάπως με τη φιλοσοφία τους, έφτασα για μια ακόμα φορά στο σημείο που έπρεπε να αποφασίσω αν πιστεύω τις ιστορίες που γράφουν ορισμένα βιβλία ή όχι. Στην περίπτωση των Κρίσνα, αυτή η απόφαση δεν παρουσιαζόταν ως βασικό συστατικό της σωτηρίας (όπως συνέβαινε στις χριστιανικές εκκλησίες που είχα επισκεφθεί), όμως και πάλι έπρεπε να πιστέψεις. Και εγώ δεν μπορούσα να πιστέψω· όπως ο Φοξ Μόλντερ, κάποτε ήθελα να πιστέψω, όμως δεν ήταν δυνατόν.

Τελικά κόλλησα με το Ζεν επειδή στο Ζεν κανείς δεν έδινε μια σχετικά με το τι πίστευες. Και αυτό μου φάνηκε ιδιαίτερα κουλ.

Τέλος πάντων, εχτές οι Κρίσνα είχαν μια τεράστια παρέλαση σε ένα δρόμο κοντά στο σπίτι μου. Η φωτογραφία που έχω ανεβάσει σήμερα είναι από ένα φεστιβάλ πριν από κάνα-δυο χρόνια, όμως αυτό που είδα εχτές ήταν περίπου το ίδιο αλλά μεγαλύτερο. Φέτος, ωστόσο, υπήρξε μια μικρή ομάδα χριστιανών που αποφάσισε να διαμαρτυρηθεί –μιλάμε για κάτι τύπους που έμοιαζαν με Hell's Angels, τριχωτοί και τεράστιοι· ίσως και να ήταν πρώην μέλη. Οι τύποι αυτοί, προπορεύονταν της παρέλασης κρατώντας πλακάτ με σλόγκαν σε στιλ «Η Βίβλος λέει ‘προσοχή στους ψευδοπροφήτες’» και «Μοιχοί και αυνανιστές θα πάτε στην ΚΟΛΑΣΗ» και τέτοια· αν όλοι οι αυνανιστές θα πάνε στην κόλαση, την έχω πατήσει αγρίως! Ένας από τους τύπους είχε και μια ντουντούκα και φώναζε ότι οι Κρίσνα θα πρέπει να τρώνε κρέας και ότι τα κουρέματά τους, τους κάνουν να μοιάζουν σαν τον πισινό του αλόγου.

Το μόνο αποτέλεσμα που είχαν οι εν λόγω τύποι, ήταν να κάνουν τους Κρίσνα να δείχνουν λιγότεροι παράξενοι· στην πραγματικότητα, στη Νότια Καλιφόρνια οι Χάρε Κρίσνα μοιάζουν με τους Ουόρντ και Τζουν Κλίβερ [Σ.τ.Μ. στερεοτυπικούς γονείς της δεκαετίας του ’50 από την τηλεοπτική σειρά «Leave It to Beaver»]. Πάντα τους ενδιέφερε να γίνουν αποδεκτοί ως θρησκεία που αφορά το μέσο άνθρωπο και τώρα πια φαίνεται ότι το πράγμα τείνει προς αυτή την κατεύθυνση. Καλά κάνουν.

Προσωπικά βρήκα πολύ διασκεδαστικό το θέαμα δύο αντιλήψεων που από καιρό είχα απορρίψει να τσαμπουκαλεύονται στην παραλία· και οι μεν και οι δε, έμοιαζαν να θέλουν διακαώς να προσηλυτίσουν τους τουρίστες και τους πιτσιρικάδες με τα σκέιτ που βρίσκονταν τριγύρω, στο δικό τους τρόπο σκέψης. Γιατί το κάνουμε αυτό; Όταν συμπεριφέρεσαι λες και ο Θεός σου θα ξεθωριάσει εκτός αν όλος ο κόσμος πιστέψει σ’ αυτόν, βγάζεις έναν απίστευτο αέρα ανασφάλειας.

Φαντάζομαι ότι όλα αυτά είναι πολύ παλιά ιστορία και τραβάνε από τότε που οι άνθρωποι άρχιζαν να φτιάχνουν πολιτισμούς. Προκειμένου να μπορέσει να λειτουργήσει ένας πολιτισμός, χρειάζεται να υπάρχει ένα συμφωνημένο ηθικό πλαίσιο –ακόμα και σήμερα, έχεις πολύ περισσότερες πιθανότητες να δολοφονηθείς σε έναν πιο «πρωτόγονο» πολιτισμό από ότι σε έναν πιο «προηγμένο» (και χρησιμοποιώ τους συγκεκριμένους όρους με την ευρύτερη δυνατή απόδοσή τους). Η ηθική [Σ.τ.Μ «morality»], συνδέθηκε με τη θρησκεία και ήταν ζωτικής σημασίας για όσους πίστευαν στον ηθικό κώδικα να προσηλυτίσουν αυτούς που δεν πίστευαν· αν αποτύγχαναν, η κοινωνία που τόσο πολύ προσπαθούσαν να χτίσουν, μπορούσε να καταρρεύσει.

Καθώς οι κοινωνίες προόδευαν, μαζί προόδευσε και η ανάγκη τους για ηθικές δομές. Τα πιο προηγμένα και εύχρηστα φονικά όπλα έκαναν ακόμα πιο σημαντικό το να πρέπει οι άνθρωποι να μένουν εντός των ορίων με αποτέλεσμα να μας μείνει η ιδέα ότι όλοι πρέπει να συμφωνούν με τον ίδιο, μοναδικό ηθικό κώδικα.

Δεν την έχουμε ξεπεράσει αυτή την ανάγκη –στην πραγματικότητα, πιθανότατα δε θα την ξεπεράσουμε ποτέ. Όμως το θρησκευτικό μοντέλο δεν έχει πια αποτελεσματικότητα. Οι πολυσχιδείς κοινωνίες μας έχουν δημιουργήσει υπερβολικά πολλές θρησκείες οι οποίες μονίμως τρώγονται μεταξύ τους. Ακόμα και οι κανόνες του βουδισμού έχουν χρησιμοποιηθεί σαν όπλα από κάποιους που πιστεύουν ότι τους καταλαβαίνουν καλύτερα από ό,τι κάποιοι άλλοι.

Στις μέρες μας, πολλοί είναι αυτοί που προσπαθούν να βρουν το κοινό σημείο μεταξύ όλων των θρησκειών, κάτι που προσωπικά θεωρώ εξαιρετική ιδέα. Όμως τελικά νομίζω ότι χρειάζεται να την ξεπεράσουμε και αυτή και ο λόγος είναι ότι όλες οι θρησκείες βασίζονται στη σκέψη. Όμως η πραγματική ηθική δεν έχει καμία σχέση με τη σκέψη. Η πραγματική ηθική είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί –στην πραγματικότητα, είναι αδύνατο να προσδιοριστεί.

Όλοι μας έχουμε μέσα μας την πηγή της πραγματικής ηθικής –αυτή είναι η βάση της ύπαρξής μας. Και αν δεν το πιστεύετε αυτό, θα σας πλακώσω στο ξύλο με ένα καδρόνι μέχρι να το πιστέψετε!

Μπραντ Ουόρνερ – Δευτέρα 4 Αυγούστου 2008

Εκ της Διευθύνσεως (ΧΧΙΙ): Ζεν, πολιτική ορθότητα και ευθύνες –ξανά!


Εκ των πραγμάτων, δε βλέπω ιδιαίτερα ελληνική τηλεόραση. Για την ακρίβεια, έχω πάψει να βλέπω ελληνική τηλεόραση από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, όμως πλέον ακόμα και αν ήθελα να δω ελληνική τηλεόραση δε θα μπορούσα αφού στην Ιαπωνία δεν έχουμε το δορυφορικό πακέτο που θα μας επέτρεπε να βλέπουμε ελληνικά κανάλια και, παρά τις πιέσεις της Άτσουκο, εξακολουθώ να ανθίσταμαι σθεναρά στο να το βάλουμε καθώς θεωρώ ότι η ελληνική τηλεόραση είναι κατά 99% χάσιμο χρόνου· Και ναι, αναγνωρίζω την ειρωνεία που εμπεριέχεται στην παραπάνω δήλωση όταν την κάνει κάποιος συνεργάτης ενός ελληνικού καναλιού.

Όπως και να ‘χει, τις ημέρες των εορτών  που ήμασταν στην Αθήνα, δεν κατάφερα να την αποφύγω πλήρως. Και παρότι η άποψή μου για την τηλεόραση στο σύνολό της ενισχύθηκε για μια ακόμα φορά, έτυχε και άκουσα σε μια πρωινή εκπομπή κάτι που μου έκανε πολύ κλικ (από Ζεν-ικής πλευράς) και που πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να υπογραμμιστεί λίγο πιο έντονα. Δεν είναι, δε, περίεργο ότι το σχόλιο δεν προήλθε από κάποιο πρόσωπο της τηλεόρασης αλλά από έναν ηθοποιό και δη έναν ηθοποιό που προέρχεται από ένα χώρο αρκετά «off Broadway», τον Τάκη Σπυριδάκη, γνωστό σε όσους ασχολούνται με την εναλλακτική σόου-μπίζνα από τις ταινίες των εξαιρετικών σκηνοθετών Νίκου Νικολαΐδη και Νίκου Περράκη.

Ο Τάκης Σπυριδάκης λοιπόν, ήταν προσκεκλημένος της εκπομπής και ο παρουσιαστής σχολίαζε βασικά το ρόλο του σε μια σειρά διαφημιστικών σποτ που, αν έχω καταλάβει καλά, θεωρούνται ιδιαίτερα πετυχημένα αυτή την περίοδο  (παρεμπιπτόντως, δεν μπορώ να μη σχολιάσω το πόσο θλιβερό είναι ένας άνθρωπος που έχει αφήσει το στίγμα του στον ελληνικό κινηματογράφο, να γίνεται γνωστός στο ευρύ κοινό σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα, μέσα από μια μάλλον περιορισμένης φαντασίας και χιούμορ διαφήμιση). Ο συγκεκριμένος ρόλος είναι ενός προέδρου ποδοσφαιρικής ομάδας και το ευρύτερο σενάριο δείχνει τις περιπέτειές του, πρώτα στο γραφείο της ομάδας και στις σχέσεις του με τους ποδοσφαιριστές, τον προπονητή και διάφορους πιθανούς επενδυτές και αργότερα εντός του συστήματος δικαιοσύνης καθώς, όντας «λαμόγιο» φτάνει να συλληφθεί –μέχρι εκεί κατάλαβα έχοντας δει μόνο κάποιες από τις διαφημίσεις στο YouTube. Αν κάνω κάπου λάθος, συγχωρήστε με.

Τέλος πάντων, κάποια στιγμή ο παρουσιαστής της εκπομπής είπε (παραφράζω, έτσι;) ότι ο συγκεκριμένος τύπος ανθρώπου έχει πιάσει επειδή είναι αναγνωρίσιμος, σπεύδοντας να προσθέσει «βεβαίως δεν είναι όλοι οι πρόεδροι ποδοσφαιρικών ομάδων έτσι». Στο σημείο αυτό, ήρθε το πολύ εύστοχο σχόλιο από τον Τάκη Σπυριδάκη: «Ναι, φυσικά δεν είναι όλοι έτσι, όμως τελικά αυτοί που είναι, μάλλον είναι οι περισσότεροι και γι αυτό ο χαρακτήρας είναι αναγνωρίσιμος» –και πάλι παραφράζω όμως το πόιντ του ήταν αυτό. Κατά τη γνώμη μου, η συγκεκριμένη επισήμανση είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τη Ζεν σκέψη, καθώς σχετίζεται με ένα από τα βασικά σημεία του βουδισμού, το «σωστό λόγο».

Είναι γνωστό (νομίζω;) ότι στη βάση της βουδιστικής/Ζεν στάσης ζωής βρίσκεται το λεγόμενο «Οκταπλό Ευγενές Μονοπάτι» (ή, για όσους αρέσκονται στη Νιού Έιτζ ορολογία, «Ευγενής Οκταπλή Ατραπός» –στα σανσκριτικά, «αριαστανγκαμάργκα» και στα ιαπωνικά, «χασόουντόου»).  Τι είναι αυτό; Οι οκτώ διαστάσεις του «σωστού δρόμου» που πρέπει να ακολουθήσει κανείς, αν θέλει να σταματήσει την οδύνη, τον πόνο δηλαδή που συνοδεύει τη ζωή. Στο βιβλίο «Πανκ Ζεν», έχω αποδώσει τις οκτώ αυτές διαστάσεις ως (1) σωστή κατανόηση, (2) σωστή σκέψη, (3) σωστό  λόγο, (4) σωστή δράση, (5) σωστή ζωή, (6) σωστή προσπάθεια, (7) σωστή επίγνωση και (8) σωστή συγκέντρωση. Τα παραπάνω, αποτελούν τη βάση για τους λεγόμενους «δέκα κανόνες των Μποντισάτβα», τους κανόνες δηλαδή που υπόσχεται να τηρεί κάποιος όταν χρίζεται μέλος της βουδιστικής κοινότητας (είτε κληρικός, είτε λαϊκός) –ορισμένοι τους αντιλαμβάνονται σαν κάτι αντίστοιχο με τις δέκα εντολές, όμως η διαφορά είναι ότι οι δέκα αυτοί κανόνες δεν έχουν προέλθει από το Θεό αλλά είναι βασικοί κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς (όπως, δηλαδή, είναι κατ’ ουσία και οι δέκα εντολές). Οι κανόνες αυτοί είναι (1) να μη σκοτώνει, (2) να μην κλέβει, (3) να μην κάνει κακή χρήση της σεξουαλικότητάς του (ή, «να μην επιθυμεί πάρα πολύ», όπως τον αποδίδει ο Γκούντο Νισιτζίμα), (4) να μη λέει ψέματα, (5) να μη θολώνει τον νου του με τοξικές ουσίες, (6) να μην κριτικάρει τους άλλους, (7) να μην είναι περήφανος για τον εαυτό του και να μη διαβάλλει τους άλλους, (8) να μην εποφθαλμιά κάτι που έχουν οι άλλοι, (9) να μη θυμώνει, και, (10) να μην καταφέρεται εναντίον των Τριών Θησαυρών (του Βούδα, της διδασκαλίας του και της βουδιστικής κοινότητας).

Πώς φτάνουμε σε όλα αυτά από τον «πρόεδρο» του Τάκη Σπυριδάκη; Λίγη υπομονή ακόμα και έρχομαι! Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, μια από τις αρχές του «Οκταπλού Μονοπατιού» είναι ο «σωστός λόγος» και ένας από τους κανόνες για όλους τους βουδιστές είναι το «να μην κριτικάρει τους άλλους». Σωστό και λογικό: στο βουδισμό καθένας ασχολείται με αυτό που κάνει ο ίδιος και προσπαθεί να βελτιώσει τα δικά του ελαττώματα και τις δικές του ανεπάρκειες· κάθε σκέψη ή λόγος που σχετίζεται με τους άλλους, τελικά οδηγεί σε παρεκτροπή από το βασικό στόχο και σε μια μίζερη κατάσταση στην οποία όλοι κρίνουν όλους τους άλλους και φτάνουν να ξεχάσουν τη δική τους ευθύνη. Όπως δηλαδή συμβαίνει κατά κόρον στις ανθρώπινες κοινωνίες και όπως συμβαίνει μέχρι ναυτίας στην ελληνική κοινωνία, ειδικά των τελευταίων μηνών που η επιδείνωση των συνθηκών της καθημερινής ζωής έχει οδηγήσει πολλούς να αναζητούν ενόχους.

Ως εδώ καλά. Αυτό που δεν είναι εμφανές από την επιπόλαια ανάγνωση των παραπάνω αρχών και κανόνων, ωστόσο, είναι ότι πέραν των πραγμάτων που δεν πρέπει να κάνει κανείς (και που περιγράφονται από τον «δεκάλογο των Μποντισάτβα»), υπάρχουν και αυτά που πρέπει να κάνει κανείς, καθώς σε αντίθετη περίπτωση χρησιμοποιεί το βουδισμό ως υπεκφυγή και ως άλλοθι· μ’ άλλα λόγια, υπάρχουν στιγμές που καθένας οφείλει να πάρει θέση απέναντι σ’ αυτά που συμβαίνουν γύρω του και, αν χρειαστεί, να καυτηριάσει πράγματα που βλέπει ή που ακούει. Αντίθετα με την ευρέως διαδεδομένη άποψη που θέλει τους βουδιστές να κάθονται παθητικά (κατά προτίμηση σε ένα στρογγυλό μαξιλαράκι) και να βλέπουν τον κόσμο να περνάει, ο βουδισμός στη βάση του είναι μια απολύτως πρακτική στάση ζωής που προτείνει την ηθική εμπλοκή με αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Απόδειξη γι αυτό είναι ο ίδιος ο Γκοτάμα Βούδας, ο οποίος όταν κατάφερε να συνειδητοποιήσει αυτό που συνειδητοποίησε, δεν έκατσε πάνω στο βουνό για να το κλωσάει αλλά επέστρεψε στον κόσμο, το δίδαξε όσο περισσότερο μπορούσε και ξεκίνησε μια κοινότητα η οποία συνεχίζεται ως τις μέρες μας.

Πίσω στη συζήτηση μεταξύ Τάκη Σπυριδάκη και παρουσιαστή: ο παρουσιαστής προσπάθησε να κάνει αυτό που κάνουν πάντα οι τηλεοπτικοί παρουσιαστές, δηλαδή να μπολιάσει την κουβέντα με τη γνωστή πολιτική ορθότητα που είθισται να επικρατεί στις μέρες μας· ειδικά στην Ελλάδα, οι προσπάθειες αυτές είναι πολύ αστείες αν λάβει κανείς υπόψη ότι ένα από τα πιο ενοχλητικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας είναι ότι οι πάντες θεωρητικολογούν και γενικεύουν με συνταρακτική ευκολία! Παρόλα αυτά, κάτι επειδή οι τηλεορασάδες θέλουν πάντα να φυλάνε τα νώτα τους (γιατί δεν ξέρουν από πού θα σβουρίξει η επόμενη μήνυση –ή η επόμενη πληρωμή), κάτι επειδή έχει γίνει της μόδας η πολιτική ορθότητα γενικώς, φρόντισε να επισημάνει ότι «Βρε παιδί μου, μην τους θάβουμε και όλους». Και βεβαίως έχει δίκιο, όμως ακόμα περισσότερο δίκιο είχε ο Σπυριδάκης: «Ναι, μην τους θάβουμε όλους –αλλά ας συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι οι πιο πολλοί το θέλουν το θαψιματάκι τους».

Όλος ο βουδισμός στηρίζεται στην αντίληψη της πραγματικότητας και στην ατομική ευθύνη –το έχω γράψει και άλλοτε και το έχουν γράψει πολύ καλύτερα άνθρωποι με περισσότερα διαπιστευτήρια από μένα (ξυρισμένα κεφάλια, ράσα, σχιστά μάτια κ.λπ.) Και μέρος της ελληνικής διάστασης της πραγματικότητας είναι ότι για να έχει φτάσει η ελληνική κοινωνία στο σημείο που έχει φτάσει αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να ευθύνονται 300 πολιτικοί, 100 πολύ πλούσιοι και μερικοί διεφθαρμένοι δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι είναι-δεν είναι 1000 άτομα (γιατί αν κινηθούμε πολιτικώς ορθά, κάπου εκεί καταλήγουμε). Αν ο αριθμός των «ενόχων» ήταν τόσο μικρός δε θα ήταν δύσκολο να απομονωθεί και να εξουδετερωθεί, ακόμα και από μια κοινωνία χωρίς ισχυρές δομές όπως είναι η ελληνική. Ο λόγος που η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη είναι αφενός επειδή ο συγκεκριμένος αριθμός είναι πολύ μεγάλος (και σίγουρα, μεγαλύτερος από τον αριθμό των «αθώων» –αλλιώς οι αθώοι είναι ηλίθιοι και άγονται και φέρονται από τους λίγους έξυπνους) και αφετέρου επειδή, ακόμα και αυτοί που είθισται να λογίζονται ως «αθώοι», στην πραγματικότητα δεν είναι· βουδιστικά μιλώντας, όλοι έχουν απολύτως ίσο μερίδιο ευθύνης.

Αυτό το τελευταίο είναι που δυσκολεύει πολλούς. Πώς είναι δυνατόν να έχει ίσο μερίδιο ευθύνης π.χ. ένας πρώην υπουργός εθνικής άμυνας που εμπλέκεται σε σκάνδαλα με προμήθειες οπλικών συστημάτων και ένας χαμηλοσυνταξιούχος του ΟΓΑ; Και όμως, είναι! Επειδή και οι δύο, έζησαν τη ζωή τους με βάση τις δυνατότητές τους, πήραν τις αποφάσεις τους, χάραξαν τις πορείες τους και τις ακολούθησαν ως σήμερα. Οι επιλογές του ενός, επηρέασαν τις επιλογές του άλλου και παρότι σήμερα ίσως οι επιλογές του υπουργού φαίνεται να επηρεάζουν πολύ περισσότερο τη ζωή του χαμηλοσυνταξιούχου από ό,τι το αντίθετο, στην πραγματικότητα η επιρροή είναι ίση, όπως ίση είναι η επιρροή που έχουν τόσο επάνω στον υπουργό όσο και επάνω στον χαμηλοσυνταξιούχο οι επιλογές ενός ταξιτζή στο Τόκιο, του προέδρου των ΗΠΑ ή ενός δημοσίου υπαλλήλου στο Καράκας. Ασχέτως των πολιτισμικών διαφορών που ορίζουν την κοινωνία κάθε χώρας, όλες οι κοινωνίες είναι μέρη της ίδιας: της κοινωνίας όλου του κόσμου (σήμερα αυτό είναι πιο ορατό από ό,τι ποτέ). Συνεπώς κανείς δεν μπορεί να θέσει εαυτόν «εκτός» γιατί απλώς, δεν υπάρχει εκτός!

Εν κατακλείδι, μια πρόταση (προς εαυτόν και αλλήλους): την επόμενη φορά που αποφασίζουμε νε επιρρίψουμε ευθύνες προτείνω να δούμε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο προς ποια κατεύθυνση τις επιρρίπτουμε. Κανείς δεν μπορεί να είναι σε θέση απυρόβλητου –ούτε εμείς οι ίδιοι, ούτε η οικογένειά μας, ούτε οι φίλοι μας, ούτε οι ομοϊδεάτες μας, ούτε οι συμπατριώτες μας, ούτε κανείς. Αν, π.χ. το εκπαιδευτικό σύστημα είναι σκάρτο (αν καταλαβαίνω καλά, τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν ορισμένες έντονες ενδείξεις ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο) ας συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι δε φταίνε δέκα ή εκατό κακοί εκπαιδευτικοί αλλά ότι φταίνε οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί και ότι την κατάσταση την κάνουν χειρότερη οι γονείς των μαθητών (επίσης στην πλειονότητά τους), το υπουργείο παιδείας, τα ΜΜΕ κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ. Και ας συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι και αυτοί που δε φταίνε άμεσα, φταίνε εξίσου επειδή είναι εξίσου κομμάτια της ίδιας κοινωνίας –αν όλοι βελτιώσουν το δικό τους κομμάτι επιρροής, υπάρχει αμφιβολία ότι θα βελτιωθεί το σύνολο των κομματιών και, άρα, και το εκπαιδευτικό σύστημα;

ΥΓ
Για να μην παρεξηγηθώ, επιρρίπτω τις ευθύνες στον εαυτό μου πριν απ’ όλους –το ότι δεν είμαι γονιός δεν είναι απλώς δευτερεύουσας σημασίας, είναι απολύτως αδιάφορο.