Friday, May 17, 2013

Εκ της Διευθύνσεως (ΧΧVI): Πού ‘σαι ρε Βούδα;

 
Έχει πολύ ενδιαφέρον (και πλάκα) να παρατηρεί κανείς πώς οι πολιτισμικές καταβολές επηρεάζουν τους ανθρώπους, ακόμα και ανθρώπους που –θεωρητικώς- τις έχουν ξεπεράσει:  Κάποια στιγμή, μετά τη δημοσίευση των δύο τελευταίων κειμένων, έλαβα ένα μήνυμα το οποίο έλεγε (περίπου) ότι τόσο ο «δάσκαλός μου» ο Μπραντ Ουόρνερ, όσο και εγώ μιλάμε για το Βούδα χωρίς σεβασμό, γεγονός που αποδεικνύει ότι είμαστε πολύ μακριά από την ουσία του βουδισμού (και, συνακολούθως από τη φώτιση) και ότι αποτελούμε τη ζωντανή απόδειξη ότι βουδισμός μπορεί να υπάρξει μόνο στην Ασία γιατί όταν οι άνθρωποι αποκόπτονται από τις ρίζες τους χάνουν το δρόμο τους. Το αστείο είναι ότι όλα αυτά δε λέχθηκαν με τη μορφή μομφής αλλά περισσότερο με τη μορφή θλιβερής διαπίστωσης και με έκδηλο οίκτο για όλους εμάς που έχουμε «χάσει το δρόμο μας».

Ξεκινώντας από τα ήσσονος σημασίας, αλλά για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους που έλεγε και ο άλλος, κατ’ αρχάς η συγγραφέας του μηνύματος μάλλον έχει παρεξηγήσει τη σχέση μου με τον Μπραντ Ουόρνερ: δεν είναι «δάσκαλός» μου! Τον έχω δει δύο φορές σε ισάριθμα σέσιν στη Σιζουόκα, μια φορά ήπιαμε έναν καφέ και κάναμε μια βόλτα στο Τόκιο και επιπλέον έχουμε ανταλλάξει μερικά μέιλ σε σχέση με την ελληνική έκδοση του βιβλίου του, του «Hardcore Zen» –το «Πανκ Ζεν» που μπορείτε να βρείτε στα αριστερά της σελίδας αυτής, όσοι δεν το ξέρετε και δεν το έχετε αγοράσει ήδη. Επίσης, σε ένα από τα σέσιν έκανα το τζουκάι (受戒) μου μαζί του αλλά αυτό δε σημαίνει τίποτα καθώς αν δεν ήταν εκεί ο Μπραντ θα το έκανα με κάποιον άλλον, αφού έτσι κι αλλιώς, το είχε ήδη εγκρίνει ο δάσκαλος Νισιτζίμα. Παρεμπιπτόντως, αν μπορώ να αποκαλέσω κάποιον «δάσκαλό» μου, θα είχε πολύ περισσότερο νόημα να το κάνω για τον Πίτερ Ρόκα (θα τον βρείτε στη σελίδα «The Stupid Way») το συμμαθητή του Μπραντ που προΐσταται των μισών συναντήσεων της Ντόγκεν Σάνγκα στο Τόκιο. Αν μη τι άλλο, με τον Πίτερ βρισκόμαστε και μιλάμε τακτικά –και όχι μόνο περί βουδισμού.

Το ουσιαστικό θέμα ωστόσο είναι τα περί «σεβασμού» στο Βούδα: το πρόβλημα της αντεπιστέλλουσάς μου δεν ήταν ότι δε δείχνω σεβασμό στο Βούδα (μιλάω για τον εαυτό μου –όπως είπα και στην ίδια, αν θέλει να πει κάτι στον Μπραντ, μπορεί να το κάνει απευθείας) είναι ότι δε δείχνω σεβασμό προς το Βούδα με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται αυτή: Δεν ανάβω κεράκια ή στικάκια στο άγαλμά του, δεν έχω αντικαταστήσει στο λεξιλόγιό μου τη λέξη «Θεός» με τη λέξη «Βούδας», δεν επικαλούμαι τις σούτρες κάθε φορά που θέλω να πω κάτι, δε συμμετέχω σε τελετές και γενικώς δεν έχω επενδύσει την καθημερινότητά μου με την αχλή του μυημένου όπως κάνουν όλοι οι «σοβαροί» βουδιστές –δηλαδή όλοι οι επώνυμοι που δηλώνουν βουδιστές και όλοι οι επαγγελματίες δάσκαλοι βουδισμού που βλέπει κανείς στα περιοδικά, τα βιβλία και τα σάιτ.

Και έχει δίκιο! Πράγματι δεν κάνω τίποτα από τα παραπάνω (εκτός από ότι ανάβω ένα στικάκι όταν κάνω ζαζέν αλλά αυτό για λόγους χρονομέτρησης –τα στικάκια είναι φτιαγμένα έτσι που να κρατάνε ακριβώς μισή ώρα). Και δεν τα κάνω γιατί για τη δική μου αντίληψη πραγμάτων, τα παραπάνω δεν έχουν καμία σχέση με το αν είναι κανείς βουδιστής ή όχι. Έχουν κυρίως να κάνουν με το αν θέλει κανείς να δείξει ότι είναι βουδιστής –στον εαυτό του ή στους άλλους- ιδιαίτερα αν προέρχεται από ένα μη βουδιστικό περιβάλλον (όπως όλοι οι έλληνες άλλωστε –τα καλά του να ζεις σε χώρα με επίσημη θρησκεία). Ο πιο σοβαρός μελετητής του βουδισμού που έχω γνωρίσει –ο Γκούντο Νισιτζίμα, ένας άνθρωπος που αφιέρωσε την 90ετή ζωή του στη μελέτη του έργου του Ντόγκεν και του Ναγκαρτζούνα και στη διάδοσή τους σε όλον τον κόσμο- έκανε μια φυσιολογική δουλειά, είχε μια φυσιολογική οικογένεια, ζούσε σε ένα φυσιολογικό σπίτι, φορούσε φυσιολογικά ρούχα, μίλαγε σα φυσιολογικός άνθρωπος και το μόνο πράγμα που σε έκανε να υποψιαστείς ότι έχει μια ιδιαίτερη σχέση με το βουδισμό ήταν το πλήθος των σχετικών βιβλίων στη βιβλιοθήκη του και το ζαφού και το ζαμπουτόν που κράταγε δίπλα στο κρεβάτι του για να μπορεί να κάνει Ζαζέν όποτε ήθελε.

Βεβαίως έχω γνωρίσει ανθρώπους που προσπαθούν να κάνουν ό,τι μπορούν για να δείξουν στον κόσμο ότι είναι βουδιστές και ακόμα μερικούς που προσπαθούν να δείξουν στον κόσμο ότι είναι δάσκαλοι του βουδισμού –οι τελευταίοι σχεδόν πάντα προκειμένου να κερδίσουν κάτι από αυτό. Όμως οι άνθρωποι που έχω γνωρίσει και που είχαν πραγματικό ενδιαφέρον για το αντικείμενο, δεν το έκαναν θέμα∙ ακόμα κι εκείνοι που το κάνουν κάπως θέμα (όπως ο Μπραντ Ουόρνερ με τα βιβλία και τις διαλέξεις του ή ο Πίτερ Ρόκα με τις εβδομαδιαίες συναντήσεις στο Τόκιο) διατηρούν μια πιο φιλική σχέση και με το Βούδα και με τους Πατριάρχες και με τον Ντόγκεν και με το δάσκαλό τους. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν τους σέβονται –σημαίνει ότι δεν τους αντιμετωπίζουν σαν θεούς. Και αυτό συμβαίνει γιατί δεν είναι θεοί. Είναι (ή ήταν) άνθρωποι οι οποίοι κάποια στιγμή συνειδητοποίησαν κάτι και βασισμένοι στη συνειδητοποίηση αυτή έζησαν την υπόλοιπη ζωή τους ανάλογα. Βεβαίως ένας τέτοιος άνθρωπος χαίρει σεβασμού αλλά δε χαίρει ούτε λατρείας, ούτε δέους. 

Ο λόγος που η αναγνώστριά μου πιστεύει ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίζουμε τους δασκάλους του βουδισμού σαν θεούς είναι επειδή αυτό είναι το μοντέλο που έχει μάθει από τη θρησκεία μέσα στην οποία μεγάλωσε (δηλαδή τον ορθόδοξο χριστιανισμό): ο Θεός είναι πολύ μεγάλος για να τον αντιμετωπίσει κανείς στα ίσα και το ίδιο συμβαίνει με τους προφήτες του με προεξάρχοντα τον Χριστό. Απέναντι σε τέτοιες «οντότητες» δεν μπορεί να έχει κανείς μια casual αντιμετώπιση γιατί δεν είναι δυνατόν να έχει κανείς μια casual αντιμετώπιση –είναι σαν να προσπαθήσεις να έχεις μια casual αντιμετώπιση απέναντι σε μια τίγρη ή απέναντι σε ένα ενεργό ηφαίστειο ή απέναντι σε έναν τυφώνα: η δύναμη που εκπέμπουν και που αποπνέουν είναι τέτοια που σε αναγκάζει να τα αντιμετωπίσεις με δέος. Και αν αισθάνεσαι δέος απέναντι σ’ αυτά, πόσο μάλλον απέναντι στον δημιουργό τους –και στο δημιουργό σου- έτσι δεν είναι;

Βεβαίως είναι έτσι! Όμως στο βουδισμό ζεν όταν λέμε «Βούδας», «Μποντιντάρμα/Νταρούμα», «Χούι Νενγκ/Ντάικαν Ένο» ή «Ντόγκεν» δεν αναφερόμαστε σε κάτι τόσο αδιανόητα ισχυρό που σχεδόν εκβιάζει το σεβασμό μας. Ο Βούδας δεν έφτιαξε τον κόσμο, ο Νταρούμα δεν ανάστησε νεκρούς (αν και υπάρχει ένας θρύλος που λέει ότι ο ίδιος αναστήθηκε!), ο Ντάικαν Ένο δεν περπάτησε πάνω στο νερό και ο Ντόγκεν δεν έπλασε τον άνθρωπο από λάσπη∙ ήταν όλοι τους πραγματικοί άνθρωποι που έζησαν πραγματικές ζωές και που κάποια στιγμή πέθαναν. Αυτό που τους διαφοροποιεί από εμένα που γράφω αυτή τη στιγμή αυτό το κείμενο και από εσάς που το διαβάζετε, είναι ότι αυτοί κάποια στιγμή αντιλήφθηκαν μια σχέση πίσω από τα πράγματα και προσπάθησαν να τη μεταφέρουν στον περίγυρό τους. Και παρότι αυτό είναι βεβαίως σημαντικό επίτευγμα, δεν είναι σημαντικότερο από την εφεύρεση της πενικιλίνης ή του κινητήρα εσωτερικής καύσης∙ αν δεν αντιμετωπίζει κανείς με δέος το Φλέμινγκ ή τον Ντίζελ δεν υπάρχει κανένας λόγος να αντιμετωπίζει με δέος το Βούδα.

Καταλαβαίνω γιατί η κυρία που μου έστειλε το μέιλ γράφει αυτά που γράφει –και λέγοντας αυτό δεν προσπαθώ να φανώ ούτε συγκαταβατικός, ούτε πολιτικά ορθός: Η στάση μου ή τουλάχιστον ή στάση μου όπως την εκλαμβάνει από τα γραπτά μου καθώς και η αντίστοιχη (και παρόμοια) στάση του Μπραντ Ουόρνερ, δεν ταιριάζει με τη δική της. Και εδώ που τα λέμε, δε θα μπορούσε και να ταιριάζει: αυτή είναι αυτή, ο Μπραντ είναι ο Μπραντ και εγώ είμαι εγώ. Το πώς αντιλαμβάνεται καθένας μας το βουδισμό είναι δικό του θέμα και οι διαφορές στην αντίληψη αυτή δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία∙ αποκτούν σημασία (και αυτός είναι ο λόγος που γράφω το κείμενο αυτό) όταν ένας από εμάς αποφασίζει ότι η δική του προσέγγιση είναι σωστή και οι υπόλοιπες λάθος, όχι επειδή μελέτησε όλες τις προσεγγίσεις και κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό αλλά επειδή οι «λάθος» προσεγγίσεις είναι «λάθος» γιατί συγκρούονται με την προσωπική του μυθολογία: μια λέξη συνώνυμη με τη λέξη «μύθος» (τουλάχιστον με τη μεταφορική της σημασία) είναι η λέξη «ψέμα» και όταν συζητάμε για βουδισμό, τα ψέματα δεν έχουν θέση. 

ΥΓ
Το σχόλιο της αναγνώστριας περί βουδισμού και Ασίας πέρα από (ήπια) ρατσιστικό είναι και αστείο: ο Νισιτζίμα είναι ιάπωνας, ο Μπραντ Ουόρνερ έχει ζήσει στην Ιαπωνία 8 χρόνια, ο Πίτερ Ρόκα ζει στην Ιαπωνία 25 χρόνια και εγώ ζω στην Ιαπωνία –περίπου- 4∙ αν δεν παρεξήγησα το μέιλ της η καλή κυρία δεν έχει έρθει ποτέ στην Ασία, ούτε για ταξίδι αναψυχής. 

1 comment:

Anonymous said...

http://punkandtroll.blogspot.gr/