Thursday, April 1, 2010

Rocky Mountain High


Επέστρεψα από το Κολοράντο και βρίσκομαι πλέον σε ένα υψόμετρο κοντά στο επίπεδο της θάλασσας, όπου ο αέρας έχει και λίγο οξυγόνο. Ωραία. Μέχρι την τελευταία μέρα, δεν ήξερα ότι οι νεοφερμένοι πρέπει να παίρνουν τακτικά ασπιρίνη ώστε τα τριχοειδή τους αγγεία να διαστέλλονται και να μπορούν να προσλαμβάνουν καλύτερα οξυγόνο –αυτό είναι κάτι που μάλλον θα ‘πρεπε να το έχω μάθει πριν πάω.

Όταν ήμουν εκεί, ο Κάιλ Λάρσον (Kyle Larson), μου έδωσε ένα βιβλίο που λέγεται I Am a Strange Loop (Είμαι Ένα Περίεργο Κύκλωμα), του Ντάγκλας Χοφστάντερ (Douglas Hofstadter) –ο Χοφστάντερ είναι ο συγγραφέας που έχει γράψει και το Gödel, Escher, Bach: An Eternal Golden Braid (Γκέντελ, Έσκερ, Μπαχ: Μια Αιώνια Χρυσή Πλεξίδα), το οποίο δεν έχω ακόμα διαβάσει. Το I Am a Strange Loop μόλις το άρχισα, όμως μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον. Η άποψη του Χοφστάντερ, είναι ότι ο εαυτός είναι απλώς ένα περίεργο κύκλωμα ενέργειας μέσα στον εγκέφαλο και δεν έχει καμία εγγενή πραγματικότητα. Αυτό βεβαίως είναι κάτι που οι βουδιστές το λένε εδώ και 25 αιώνες, όμως είναι ωραίο να βλέπεις ότι ένας Δυτικός επιστήμονας (ή μήπως είναι φιλόσοφος;) λέει κι αυτός το ίδιο πράγμα. Όταν το τελειώσω, θα σας πω πώς μου φάνηκε.

Σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, έκανα παρέα με τη γυναίκα του Κάιλ, τη Τζέσικα και την κόρη τους τη Σοφία (την οποία τη λένε και Τσακ), η οποία είναι δύο ετών. Η Τζέσικα μου έλεγε ότι παρατηρούσε τη Σοφία να αποκτάει σιγά-σιγά την αίσθηση του ξεχωριστού εαυτού. Απ’ ό,τι έλεγε, η κόρη της μόλις άρχισε να συλλαμβάνει την ιδέα ότι η μαμά της ήταν ένα ανεξάρτητο πλάσμα και ότι και η ίδια ήταν κι αυτή ένα ανεξάρτητο πλάσμα.

Θυμάμαι τον Νισιτζίμα που έλεγε ότι κάνοντας Ζαζέν, «επιστρέφουμε στην παιδική μας ηλικία». Και είχε δίκιο: καθώς η άσκησή σου, γίνεται πιο βαθιά, αρχίζεις να θυμάσαι το πώς έβλεπες τον κόσμο πριν αναπτύξεις την ιδέα του ξεχωριστού, ανεξάρτητου εαυτού. Φυσιολογικά, πιστεύουμε ότι οι ιδέες που είχαμε όταν ήμασταν μικρά παιδιά ήταν εσφαλμένες και ότι οι ιδέες που έχουμε ως ενήλικες αντιπροσωπεύουν πιο αληθινά την πραγματικότητα. Όμως δε συμφωνώ καθόλου με την άποψη αυτή.

Ευχαριστώ πολύ τον Ουέιλον Λιούις (Waylon Lewis) και τα παιδιά στο περιοδικό Elephant για τη φιλοξενία τους, καθώς και τον κόσμο από τις ειδήσεις του Καναλιού 7 στο Ντένβερ που με φώναξαν στην πρωινή τους εκπομπή –μακάρι να ήταν και το ΛΑ τόσο ψαγμένο. Και ευχαριστώ και την Κιμ Κόρμπιν (Kim Corbin) από τη New World Library που το κανόνισε.

[...]

Μπραντ Ουόρνερ – Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2007

ΥΓ
Ο τίτλος του συγκεκριμένου ποστ είναι και ο τίτλος ενός πολύ γνωστού κομματιού του τραγουδιστή της Κάντρι, Τζον Ντένβερ (John Denver).

Εκ της διευθύνσεως (V) - Update περί βιβλίου και περί ομάδας Ζαζέν


Επιτέλους, μπορώ να πω ότι υπάρχει μια εξέλιξη με την ελληνική έκδοση του Hardcore Zen! Η μετάφραση τελείωσε και το βιβλίο έχει πάρει τον δρόμο του για τον επιμελητή. Αν όλα πάνε καλά, μετά τις άγιες τούτες μέρες θα ξεκινήσει η επόμενη φάση της παραγωγής και, αν όλα πάνε καλύτερα, θα βγει μέσα στον Απρίλιο.

Μείνετε συντονισμένοι! Όχι μόνο για νεώτερα περί του βιβλίου αλλά (α) περισσότερα ποστ, καθώς πλέον έχω πολύ περισσότερο χρόνο στα χέρια μου, και, (β) για νεώτερα σχετικά με εκείνα τα... καθίσματα στα οποία έχω αναφερθεί και παλιότερα. Απ' ό,τι φαίνεται, κάτι φίλοι απέκτησαν πρόσβαση σε έναν χώρο στα Πατήσια και μάλλον θα έχουν την καλοσύνη να τον προσφέρουν για μια εβδομαδιαία συνεύρεση με Ζαζέν, τσάι και καμιά κουβέντα σχετικά με τον Βούδα, τον Ντόγκεν, το Ζεν και τα πάντα. Μόλις έχω κάτι νεώτερο, θα είστε οι πρώτοι που θα το μάθετε.

Ο Γυμνός Πίθηκος (The Naked Ape)


Πριν αρχίσουμε, να πω κάνα-δυο πραγματάκια: τελευταία έχω λάβει πολλά email και σχόλια που εκφράζουν ανησυχίες για την οικονομική μου κατάσταση. Ζητάω συγνώμη αν έκανα κάποιους να ανησυχήσουν, όμως η οικονομική μου κατάσταση είναι μια χαρά προς το παρόν. Προσπαθώ να ξεφορτωθώ κάποια πράγματα επειδή έχω υπερβολικά πολλά *, όχι επειδή χρειάζομαι τα λεφτά. Ακόμα έχω δουλειά, τουλάχιστον προς το παρόν –και αν/όταν η δουλειά μου τελειώσει, θα βρω άλλη.

Τον τελευταίο καιρό, όταν κάνω Ζαζέν, έχω πιάσει τον εγκέφαλό μου να εφευρίσκει καταπληκτικά σενάρια βασισμένος σε ελάχιστα ερεθίσματα. Ξαφνικά πετάγεται μες το μυαλό μου μια ιδέα, Κύριος οίδε από πού, και ακαριαία δημιουργούνται ολόκληροι διανοητικοί κόσμοι –κάτι σαν το Μπιγκ Μπανγκ ένα πράμα. Έχω μάλιστα πιάσει τον εαυτό μου να εμπλέκεται σε ολόκληρες φανταστικές συζητήσεις γύρω από εντελώς φανταστικά πράγματα και επειδή όλο αυτό το κόλπο συμβαίνει στο επίπεδο του υποσυνείδητου, δεν μπορώ καν να κάνω σχόλια γύρω από τη φύση ή το αντικείμενο των συζητήσεων αυτών, επειδή δε δείχνουν να έχουν ούτε φύση, ούτε αντικείμενο. Μόνο όταν πάρουν σχήμα και μορφή μπορώ να τα συσχετίσω με κάτι και ακόμα και τότε, ο συσχετισμός είναι αυθαίρετος –πρόκειται απλώς για μια αντίδραση που γίνεται από συνήθεια και που λαμβάνει χώρα σε πολύ βαθύ επίπεδο. Δεν πρέπει λοιπόν να εκπλήσσομαι όταν βλέπω ανθρώπους να εφευρίσκουν απίστευτα φανταστικά σενάρια γύρω απ’ τη ζωή μου, βασισμένοι σε μια-δυο τυχαίες προτάσεις που διαβάζουν σ’ ένα μπλογκ. Τέλος πάντων, σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας, όμως δε συντρέχει λόγος ανησυχίας.

Το τελευταίο αγαπημένο μου βιβλίο είναι το The Naked Ape: A Zoologist's Study of the Human Animal (Ο Γυμνός Πίθηκος: Μια Ζωολογική Μελέτη Γύρω Από το Ζώο που Λέγεται Άνθρωπος) του Ντέσμοντ Μόρις (Desmond Morris), το οποίο το βρήκα σε ένα υπαίθριο βιβλιοπωλείο στο Γκρίνουιτς Βίλατζ. Το ήξερα εκ φήμης ως ένα από αυτά τα κλασσικά βιβλία που υποτίθεται ότι είναι πολύ καλά, όμως δεν ήξερα τίποτα άλλο σχετικά.

Το τελείωσα πριν από κάνα μισάωρο και νομίζω ότι είναι καταπληκτικό. Νομίζω ότι όσοι ενδιαφέρονται για τον Βουδισμό θα ήταν προτιμότερο να διάβαζαν βιβλία όπως το The Naked Ape αντί για διάφορες τρικυμίες εν κρανίω που κυκλοφορούν στα ράφια των μεγάλων βιβλιοπωλείων κάτω από την ταμπέλα «μεταφυσική». Ο συγγραφέας, ο Ντέσμοντ Μόρις, είναι ένας Βρετανός ζωολόγος ο οποίος κοιτάζει με τα μάτια του ζωολόγου τα ανθρώπινα όντα και εξετάζει τον άνθρωπο σαν ένα ζώο, σαν ένα μυαλωμένο σαρκοβόρο σχεδόν άτριχο υπό-είδος των πρωτευόντων θηλαστικών. Τα συμπεράσματά του, τουλάχιστον στην πλειονότητά τους, δείχνουν απολύτως έγκυρα και αρθρώνει πολύ ξεκάθαρα, πολλά πράγματα που έχω συναντήσει κι εγώ στη δική μου άσκηση. Απ’ ό,τι φαίνεται, πολλοί ήταν εκείνοι που αισθάνθηκαν άβολα όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο, το 1967, και με μια ματιά καταλαβαίνει κανείς το γιατί. Αντί να παρουσιάζει την ανθρωπότητα ως υψηλά, πνευματικά πλάσματα στριμωγμένα μέσα σε δύσμορφα υλικά σώματα, μας παρουσιάζει σαν αυτό που πραγματικά είμαστε: σαν ένα πολύ πετυχημένο είδος πιθήκου.

Φυσικά, σύμφωνα με τη βουδιστική αντίληψη, οι άνθρωποι δεν είναι απλώς ζώα. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι δεν είμαστε καθόλου ζώα –σημαίνει ότι είμαστε κάτι διαφορετικό από τα άλλα ζώα. Από την άλλη, και οι ελέφαντες είναι διαφορετικοί από τα άλλα ζώα και το ίδιο συμβαίνει με τα θαλάσσια σαλιγκάρια, τους σκορπιούς και όλα τα άλλα πλάσματα. Όπως και όλα τα άλλα πλάσματα, έχουμε μια υλική και μια μη υλική πλευρά, όμως (και πάλι σύμφωνα με τη βουδιστική αντίληψη), οι πλευρές αυτές είναι στην ουσία μια. Το ότι είμαστε ιδιαίτερα πετυχημένα πρωτεύοντα (με μεγαλύτερα τσουτσούνια και βυζάκια από ό,τι τα άλλα πρωτεύοντα ξαδέλφια μας, παρεμπιπτόντως) είναι μέρος της πνευματικής μας φύσης. Για σκεφτείτε το αυτό λίγο καλύτερα!

Το κεφάλαιο του Μόρις σχετικά με τη μάχη, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον. Σχεδόν όλα όσα έγραψα στο τελευταίο μου άρθρο στα Suicide Girls, έχουν την αφετηρία τους στην ίδια αντίληψη που εκφράζει κι αυτός εκεί **. Εξηγεί μάλιστα το πώς λειτουργεί το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό νευρικό μας σύστημα, περίπου με τον ίδιο τρόπο που τα εξηγεί και ο Γκούντο Νισιτζίμα. Η άποψη του Νισιτζίμα είναι ότι η άσκηση του Ζαζέν, εξισορροπεί τα δύο αυτά αντίθετα μισά του αυτόνομου νευρικού μας συστήματος και ότι αυτό που λέει ο Ντόγκεν περί «εγκατάλειψης του σώματος και του νου», είναι στην ουσία αυτή ακριβώς η εξισορρόπηση του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Ο Μόρις δεν αναφέρεται πουθενά στο Ζαζέν, προφανώς –αμφιβάλλω αν έχει καν την παραμικρή ιδέα περί Ζαζέν.

Επίσης, πολύ ενδιαφέρον είναι και το κεφάλαιο που αναφέρεται στην ανακούφιση. Ο Μόρις συγκρίνει την ανάπτυξη της ιατρικής στους ανθρώπους με το ένστικτο της περιποίησης (μ’ άλλα λόγια, του ξεψειρίσματος) που βλέπει κανείς στα άλλα πρωτεύοντα. Οι περισσότερες από τις ασθένειές μας, συνεχίζει, δεν προέρχονται από πραγματικούς τραυματισμούς ή από μικρόβια αλλά από την πολύ βαθιά ανάγκη μας, να μας ξεψειρίζουν οι άλλοι γυμνοί πίθηκοι –αυτό το είχα σκεφτεί κι εγώ πολλές φορές, όμως ποτέ δεν κατάφερα να το πω τόσο καλά όσο το λέει ο Μόρις. Αυτό, παρεμπιπτόντως, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και πραγματικές ασθένειες. Υπάρχουν. Όμως καλά θα κάναμε να κοιτάξουμε προσεκτικά και να δούμε από πού πηγάζουν.

Τέλος πάντων, το βιβλίο είναι καλό. Πηγαίνετε να το πάρετε.

[...]

* Αν και νομίζω ότι γενικά έχω πολύ λιγότερα από τους περισσότερους ανθρώπους της ηλικίας μου που γνωρίζω. Νομίζω ότι η φύση των δικών μου πραγμάτων είναι που τα κάνει να φαίνονται περισσότερα. Ο φίλος μου ο Μπομπ, που επίσης έχει ένα κάρο παιχνίδια με τέρατα κ.λπ., λέει «Το διαμέρισμά μου, μοιάζει με το διαμέρισμα ενός 13χρονου που μόλις κέρδισε το Λότο» –κάπως έτσι είναι και το δικό μου.

** Το κομμάτι αυτό, ωστόσο, το έγραψα πολύ πριν πάρω το βιβλίο. Και πώς γίνεται τόσο λίγοι από αυτούς που έγραψαν σχόλια να πρόσεξαν αυτό που έγραψα, ότι δηλαδή είναι κρίμα που ακόμα χρειαζόμαστε τεράστιους στρατούς για να προστατεύουν τις ελευθερίες μας; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει αν πρόκειται να επιβιώσουμε ως είδος, όμως δε θα αλλάξει αν δεν το παραδεχτούμε. Τέλος πάντων, φαντάζομαι ότι οι ειρηνιστές γουστάρουν να τα παίρνουν με διάφορα πράγματα και να τσακώνονται με αυτούς που διαφωνούν μαζί τους***.

*** Ειρωνεία, ε;

Μπραντ Ουόρνερ – Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2007

ΥΓ
Η στήλη στα Suicide Girls που αναφέρεται στο κείμενο, υπάρχει εδώ.

Wednesday, February 3, 2010

PSYCHO KITTY Q'EST QUE C'EST?


[...]

Πολύ μ’ αρέσει όλη αυτή η συζήτηση γύρω από τις στάσεις. Όπως έλεγε και ο Σμόγκι Ρομπ (Smoggy Rob –Σ.τ.Μ. ένας από τους αναγνώστες που σχολιάζουν το πρωτότυπο μπλογκ του Μπραντ Ουόρνερ), δεν εμποδίζω ποτέ κανέναν που θέλει να κάθεται με διάφορους παρανοϊκούς τρόπους –συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που καμπουριάζουν σαν τον Κουασιμόδο παρότι τους έχω πει ότι όλο το νόημα της άσκησης είναι να κάθεσαι με την πλάτη ίσια, εκείνων που κλείνουν τα μάτια τους, παρότι τους έχω πει ότι στο Ζαζέν τα κρατάμε ανοιχτά και εκείνων που επιμένουν να τοποθετούν τα χέρια τους μιμούμενοι διάφορους γκουρού που έχουν δει στην τηλεόραση, παρότι τους έχω πει ποιος είναι ο σωστός τρόπος να τα έχουν. Αυτό που δεν ενθαρρύνω, ωστόσο, είναι το κάθισμα σε καρέκλα. Μια τύπα από τη Νέα Υόρκη, μου είπε ότι είχε πάει σε ένα ζέντο κοντά της όταν ήταν οκτώ μηνών έγκυος και όταν ρώτησε αν μπορούσε να αλλάξει τη στάση της ή να χρησιμοποιήσει καρέκλα, της είπαν «όχι». Απλώς «όχι» –ούτε λέξη παραπάνω. Εγώ δε θα το ‘κανα αυτό όμως, σοβαρά τώρα, το 90% και παραπάνω από τους ανθρώπους που βλέπω να χρησιμοποιούν καρέκλες ή σκαμνάκια σέιζα είναι απλώς μαλάκες τεμπέληδες. Αν πραγματικά έχτε κάποιο πρόβλημα και θέλετε ειλικρινά να κάτσετε, θα βρούμε μια λύση. Αλλά αν απλώς σκυλοβαριέστε, πάτε κάπου αλλού, ΟΚ;

Μπραντ Ουόρνερ – Τετάρτη 29 Αυγούστου 2007

NEW YORK RADIO — νέα ενημέρωση


[...]

Μια σκέψη που μου ήρθε σχετικά με τη στάση του Ζαζέν: ο λόγος που δεν είναι το ίδιο να κάθεσαι σε πλήρη στάση λωτού, σε μισή στάση λωτού ή σε στάση Βιρμανίας με το να κάθεσαι σε καρέκλα ή σε σκαμνάκι σέιζα, είναι ότι όταν κάθεσαι σε μια από τις παραπάνω στάσεις, το βάρος σου κατανέμεται ανάμεσα στα τρία σημεία, όπως θα κατανεμόταν μεταξύ των τριών ποδιών ενός τριπόδου. Στην καρέκλα ή στο σκαμνάκι σέιζα, το καλύτερο που μπορείς να συμβεί είναι να προσπαθήσεις να ισορροπήσεις σε ένα σημείο, στον πισινό σου. Στην πραγματικότητα, αυτό που συνήθως βλέπω είναι ότι όσοι κάθονται σε καρέκλα, απλώς αράζουν πίσω και ακουμπάνε την πλάτη τους στη ράχη της, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία ισορροπία. Όσοι έχετε πρόβλημα με τα πόδια σας, θα μπορούσατε να δοκιμάσετε ένα ψηλότερο μαξιλάρι ή να βάλετε κάνα-δυο μαξιλάρια κάτω από τα γόνατά σας. Οι ασκήσεις της γιόγκα είναι επίσης καλές –επισκεφθείτε το κοντινότερό σας γιογκάδικο, κάντε το τζάμπα εισαγωγικό μάθημα και στο τέλος, εξηγήστε στον δάσκαλο το πρόβλημά σας και ζητήστε τη βοήθειά του (μη μου πείτε ότι δεν υπάρχει κάνα γιογκάδικο κοντά σας, εκτός κι αν μου γράφετε απ’ την Ανταρκτική). Και για να είστε καλά παιδιά, πηγαίνετε ξανά και κάντε μερικά ακόμα μαθήματα.

Μπραντ Ουόρνερ – Παρασκευή 24 Αυγούστου 2007

Πώς πέρασα στις καλοκαιρινές μου διακοπές


Φανταζόμουν ότι κάποια μέρα θα κάτσω κάτω και θα γράψω ωραία και συγκροτημένα τις εντυπώσεις μου από τη διαμονή μου στο Great Sky Zen Sesshin –ξέρετε, όπως κάνουν οι επαγγελματίες γραφιάδες. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, είμαι ανίκανος να κάνω κάτι τέτοιο ή, για την ακρίβεια, έχει μαζευτεί πάρα πολλή δουλειά και δεν έχω να αφιερώσω τον χρόνο που απαιτεί κάτι τέτοιο. Οπότε, να οι γενικές μου εντυπώσεις, γραμμένες κατευθείαν στον επεξεργαστή κειμένου του μπλογκ –χωρίς καν διορθωτή.

Το μοναστήρι Χοκιότζι (Hokyoji) είναι ΕΝΤΕΛΩΣ στου διαόλου τη μάνα, σε μια ερημιά. Αρχικά φτάνεις στο Λα Κρος (La Crosse) του Ουισκόνσιν, σε ένα αεροδρόμιο που μοιάζει πιο πολύ με σταθμό λεωφορείου (μιλάμε για ένα μέρος που κάνει το μικρό αεροδρομιάκι του Άκρον να μοιάζει με το Λα Γκουάρντια της Νέας Υόρκης). Από κει, οδηγείς καμία ώρα μέσα στους λόφους κατά μήκος του Μισσισσιππή, διασχίζεις ένα μικρό κομμάτι της Άιοβα και μπαίνεις στη Μινεσότα. Επίσημα, το Χοκιότζι βρίσκεται στο Έιτζεν (Eitzen) της Μινεσότα, όμως στην πραγματικότητα, η κοντινότερη πόλη είναι ένας μικρός οικισμός της Άιοβα το όνομα του οποίου μου διαφεύγει και με πληθυσμό καμιά 200αριά άτομα. Αν και δεν μπορώ να θυμηθώ το όνομα του οικισμού, θυμάμαι το όνομα του τύπου που έχει το βενζινάδικο εκεί και που το δουλεύει τα τελευταία 40 χρόνια –ο τύπος (δεν κάνω πλάκα), λέγεται Τζαγκ Ντάρλινγκ (Jug Darling). Αν θέλει κανείς να βρει κάτι να κάνει, θα πρέπει να πάει άλλα 45 λεπτά με το αμάξι σε μια άλλη πόλη της Άιοβα –ούτε κι αυτής της πόλης θυμάμαι το όνομά της, όμως ο πληθυσμός της είναι 2000 άτομα.

Όχι ότι πήγαμε σε κανένα από τα μέρη αυτά την εβδομάδα που κράτησε το σέσιν –για επτά μέρες, μείναμε στο Χοκιότζι, τρώγαμε το φαί του Χοκιότζι και χέζαμε τα σκατά του Χοκιότζι (για να παραφράσω ένα παλιό Ζεν ποίημα). Το μοναστήρι αποτελείται από τέσσερα κύρια κτήρια απλωμένα σε μερικά στρέμματα ξεχερσωμένου δάσους το οποίο αρχίζει εκεί που τελειώνει ένας παράδρομος μήκους ενάμισι χιλιομέτρου. Για μας που συμμετείχαμε στο σέσιν, το βασικό κτήριο ήταν το Ζέντο (Σ.τ.Μ. ο χώρος στον οποίο γίνεται το Ζαζέν), το οποίο βρισκόταν προς το κέντρο του μοναστηριού και χωρούσε τριάντα άτομα. Πέρα απ’ αυτό, υπήρχε ένα κτήριο που το λένε «καλύβα» επειδή κάποτε (όταν πρωτοφτιάχτηκε το μέρος) ήταν όντως μια καλύβα ενός δωματίου, χωρίς ηλεκτρισμό και νερό –σήμερα, είναι ένα κανονικό σπίτι με ηλεκτρισμό και τρεχούμενο νερό, δόξα τω Θεώ. Εγώ, ωστόσο, δεν την έπεσα εκεί –με έβαλαν σε ένα άλλο κτήριο που το λένε «εργαστήριο», στην άλλη άκρη του μέρους. Το κτήριο αυτό, όπως υπονοεί και το όνομά του, ήταν κάποτε πραγματικό εργαστήριο όπου πριόνιζαν ξύλα και έκαναν διάφορες άλλες δουλειές που πρέπει να γίνουν όταν χτίζεις κτήρια. Το επάνω μέρος του, έχει μετατραπεί σε ένα αρκετά σπαρτιάτικο κατάλυμα, χωρίς τρεχούμενο νερό αλλά, ευτυχώς, με ηλεκτρισμό. Το άλλο κτήριο λέγεται «τεϊοποτείο», βρίσκεται κοντά στο Ζέντο και, εκτός από το ότι έχει όντως έναν μικρό χώρο για τσάι, έχει και κάτι ντους που σου πετάνε ελάχιστο νερό χλιαρό ή βραστό), στο κεφάλι. Όσες μέρες έμεινα εκεί, δεν κατάφερα να κάνω το νερό να φτάσει στα πόδια μου.

Κάθε μέρα, είχε εννέα σαραντάλεπτες περιόδους Ζαζέν, αρχίζοντας από τις 5 το πρωί και τελειώνοντας στις 10 το βράδυ. Η καμπάνα του εγερτηρίου χτυπούσε στις 4:30 το πρωί –όλα αυτά είναι σχετικά στάνταρ, όμως τα σέσιν του Νισιτζίμα είναι λίγο πιο εύκολα ως προς τον χρόνο του Ζαζέν. Αν και είχα κάποιες ανησυχίες σχετικά με τα γόνατά μου, ευτυχώς κατάφερα να τα βγάλω πέρα χωρίς καμιά εμφανή ζημιά. Οι περίοδοι του Ζαζέν διακόπτονται αρχικά από μια «λειτουργία» όπου ψέλνεται η Σούτρα της Καρδιάς, μετά από το πρωινό που είναι σε στιλ οριόκι, από ένα σύντομο διάλειμμα, από μια συζήτηση-διάλεξη, από μια άλλη «λειτουργία» όπου ψέλνεται το Τζιτζούγιου Ζανμάι (Jijuyu Zanmai - Σαμάντχι της Πρόσληψης και Χρήσης του Εαυτού) του Ντόγκεν, από το γεύμα, από ένα μεγάλο διάλειμμα και από μια περίοδο εργασίας (περισσότερα επ’ αυτού πιο κάτω), από άλλη μια καταραμένη «λειτουργία» στην οποία ψέλνεται το Ντάι Σιν Νταράνι και από μια τελευταία λειτουργία στην οποία ψέλνεται το Φουκανζαζένγκι (Fukanzazengi –Γενικές Συμβουλές για την Άσκηση του Ζαζέν) του Ντόγκεν. Μεταξύ όλων αυτών των πραγμάτων, είτε κάθεσαι και κοιτάς τον τοίχο, είτε κάνεις Κινχίν (περπατητό Ζαζέν) ή αλλιώς όλα αυτά γίνονται μεταξύ των περιόδων του Ζαζέν –διαλέγετε και παίρνετε.

Μερικά από τα κόλπα αυτά ήταν κάτι καινούριο για μένα. Τα σέσιν του Νισιτζίμα δεν έχουν κανενός είδους λειτουργίες ή ψαλμωδίες, πράγμα που σημαίνει ότι δεν ήξερα κανέναν από τους ψαλμούς που έλεγαν. Επίσης, οι περίοδοι εργασίας στα σέσιν του είχαν να κάνουν με το να καθαρίζεις τις τουαλέτες ή να σκουπίζεις τους χώρους ύπνου –στο Great Sky, αντίθετα, κάνεις κανονική, σκληρή δουλειά, πράγμα που είναι αναγκαίο επειδή ακόμα και μετά από 30-40 χρόνια που υπάρχει το μέρος, υπάρχουν πάρα πολλά κομμάτια που δεν έχουν ολοκληρωθεί. Έτσι, η δουλειά μας είχε κυρίως να κάνει με το πώς να κάνουμε τους κήπους παρουσιάσιμους και με το να φτιάχνουμε πράγματα που χρειάζονταν φτιάξιμο –α, ναι, και με το να κυνηγάμε τις σφήκες από τους χώρους ύπνου. Στο τέλος κάθε περιόδου εργασίας αισθανόμουν εξαντλημένος, όμως ταυτόχρονα αισθανόμουν πολύ καλά. Όλη αυτή η ιστορία σε τόνωνε πολύ μετά από όλο αυτό το καθισιό, συν το ότι κατάφερνες να ασκηθείς και λίγο, κάτι που απουσιάζει από αρκετά ησυχαστήρια Ζεν.

Η συμμετοχή ήταν γύρω στα 30 άτομα, μεταξύ των οποίων και πέντε (ναι, πέντε) δάσκαλοι του Ζεν. Για να δούμε πόσους θυμάμαι: την Τόνεν Ο’ Κονορ από το Κέντρο Ζεν του Μιλγουόκι (Tonen O'Connor/Milwaukee Zen Center), τη Ζούικο Ρέντινγκ από το Κέντρο Ζεν του Σένταρ Ράπιντς (Zuiko Redding/Cedar Rapids Zen Center), τον Ντοκάι Γκεόργκεσεν (Dokai Georgesen) από το ίδιο το Χοκιότζι, τον Ρόσαν Γιοσίντα (Rosan Yoshida) από κάπου από την Άιοβα –νομίζω–, τον Γκένμιο Σμιθ (Genmyo Smith) από κάπου που δε θυμάμαι και τον εαυτό μου –οι πληροφορίες αυτές κάπου υπάρχουν και θα μπορούσα να πάω να τις κοιτάξω, όμως θα χαθεί το αυθόρμητο του συγκεκριμένου ποστ. Ιδιαίτερα με εντυπωσίασε η Ζούικο: είχε μελετήσει με την ίδια ιδιαίτερα σκληρή Δασκάλα του Ζεν με την Τάιτζουν Σάιτο, μια μοναχή που μελετούσε με τον Νισιτζίμα, και ήξερε (όπως και η Τάιτζουν), όλα τα τελετουργικά του Ζεν, απ’ έξω και ανακατωτά. Εγώ από την άλλη μεριά, δεν ξέρω την τύφλα μου από τα τελετουργικά –όχι ότι περιφρονώ καθ’ οιονδήποτε τρόπο αυτούς που τα ξέρουν, απλώς εγώ δεν τα ξέρω και μάλλον και δε θα τα μάθω ποτέ επειδή, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, δε με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα. Παρόλα αυτά, έχει πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις και να μαθαίνεις κάτι από τους ανθρώπους που τα ξέρουν.

Τι άλλο θα μπορούσα σας πω; Πολλά. Και μάλλον θα το κάνω στα επόμενα ποστ. Όμως εδώ θα προτιμήσω να μην πω πολλά.

Τι έμαθα; ΟΚ. Έμαθα ότι δεν έχει απολύτως καμιά σημασία τι σκέφτεσαι όταν κάθεσαι. Ναι, το ήξερα ήδη. Όμως την τέταρτη μέρα, το αισθάνθηκα πολύ έντονα. Καθόμουν, ως συνήθως ελαφρώς τσαντισμένος και πονεμένος και σκεφτόμουν «Γαμώτο, παραδουλεύει το μηχάνημα εκεί πάνω –δεν μπορεί να σταματήσει για λίγο;» Θα πρέπει εδώ να κάνω ένα μικρό φλας μπακ και να σας πω ότι είχαν πέσει πολλά επάνω μου πριν το σέσιν και ένα από αυτά, ήταν η βόμβα ότι η εταιρεία για την οποία δουλεύω, αποφάσισε να κλείσει το γραφείο της στο Λος Άντζελες. Το γραφείο της στο Λος Άντζελες είμαι εγώ –περισσότερα γι αυτό κάποια άλλη στιγμή, αρκεί όμως να πω ότι αυτό, όπως και καμιά εικοσαριά άλλα πράγματα που πρέπει να αντιμετωπίσω, θα έπρεπε να περιμένουν μετά το τέλος του σέσιν. Αυτό είναι που κάνω τώρα και αυτός είναι ο λόγος που το κομμάτι αυτό είναι σύντομο και αυθόρμητο.

ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ, διάφορα κέρατα κλωθογυρνούσαν μέσα στο κεφάλι μου και από τη στιγμή που είχαν πάρει μπρος, δε θα σταματούσαν μέχρι να αναλώσουν όλη μου την ενέργεια. Και κάποια στιγμή, πρόσεξα ότι δεν είχε καμία απολύτως γαμημένη σημασία. Η σκέψη ήταν κάτι που απλώς συνέβαινε την ώρα της άσκησης, όμως η άσκηση δεν έχανε τίποτα από το νόημά της. Προσέξτε με: αυτό που λέω δε μου ήρθε σαν ιδέα –ήταν πραγματικό βίωμα. Υπάρχει ένα παλιό κοάν με έναν μοναχό που λέει «Αν έρθει ο καθαρός νους, ας έρθει και αν έρθει ο θολωμένος νους, ας έρθει». Ο δάσκαλός του τον ρωτάει «Και τι γίνεται αν δεν έρθει ούτε καθαρός νους, ούτε θολωμένος;» και ο μοναχός απαντάει κάτι του στιλ «Είδα κάτω στα μαγαζιά ότι έχουν προσφορές στα εσώρουχα». Κάπως έτσι το αισθάνθηκα –πολύ κουλ.

Έχει πλάκα πώς λειτουργεί όλο αυτό το πράγμα. Το μάθημα αυτό το είχα μάθει, το είχα ξεχάσει και το είχα ξαναμάθει δεκάδες φορές. Και είμαι σίγουρος ότι θα το μάθω κάμποσες φορές ακόμα πριν με κάψουν και πετάξουν τις στάχτες μου πίσω από το κλαμπ JB's Down στο Κεντ του Οχάιο.

Μμμμμμ. Τι άλλο; Έκανα και μια ομιλία. Οι ομιλίες όλων των άλλων δασκάλων ήταν ομιλίες περί Ζεν και η δικιά μου έμοιαζε με παραλήρημα του Κράστι, του κλόουν από τους Σίμπσον. Έτσι είναι η ζωή. Επίσης, έκανα κάτι βόλτες με το φορτηγάκι του μοναστηριού προσπαθώντας να βρω πού είναι η όπισθεν και έκανα και διάφορα άλλα πράγματα.

Πρέπει να την κάνω τώρα. Σόρι. Πιο πολλά κάποια άλλη στιγμή! Ρωτήστε με τίποτα, μπας και ταρακουνηθεί κάπως η μνήμη μου.

Μπραντ Ουόρνερ – Πέμπτη 23 Αυγούστου 2007

ΥΓ
Όσοι θέλουν να δουν ιδίοις όμμασι (που λέει ο λόγος) το μοναστήρι Χοκιότζι, μπορούν να περάσουν μια βόλτα από τη διεύθυνση http://www.hokyoji.org/ Ακόμα, και σε ό,τι αφορά το Τζιτζούγιου Ζανμάι (Jijuyu Zanmai) του Ντόγκεν, το πρωτότυπο κείμενο λέει «Samadhi of Recieving and Using the Self» και το αποδίδω, εντελώς άκομψα «Σαμάντχι της Πρόσληψης και Χρήσης του Εαυτού» –πρόκειται για μια από τις πρώτες έννοιες που συναντά κανείς στο Σομπογκένζο, και συγκεκριμένα στο Μπέντοουα (Bendowa), το πρώτο του «κεφάλαιο». Τα ιδεογράμματα που αποτελούν τη φράση σημαίνουν «εαυτός», «πρόσληψη»/«λήψη»/«αποδοχή» και «χρήση» (για το «Τζιτζούγιου») και «αυταπάρνηση»/ «συγκέντρωση»/«προσήλωση» (για το Ζανμάι –η λέξη είθισται να αποδίδεται στη βουδιστική φιλολογία με τη σανσκριτική λέξη «σαμάντχι»). Στη μετάφραση του Σομπογκένζο από τους Νισιτζίμα και Κρος, το «Τζιτζούγιου Ζανμάι» αποδίδεται ως «η κατάσταση της φυσικής ισορροπίας την οποία βιώνουμε όταν καταβάλλουμε προσπάθεια χωρίς εσκεμμένο στόχο» –αυτό δηλαδή που βιώνει κανείς όταν κάνει Ζαζέν. Στην περίπτωση του Φουκανζαζένγκι (επίσης από το Σομπογκένζο), τα πράγματα είναι πιο απλά καθώς πρόκειται όντως για έναν οδηγό σχετικά με το πώς να κάνει κανείς Ζαζέν. Α, και το
Ντάι Σιν Νταράνι είναι ένας ψαλμός προς τιμήν του/της Μποντισάτβα του ελέους Αβαλοκιτεσβάρα (επί το ιαπωνικότερο, Κάνον –ναι, όπως οι φωτογραφικές μηχανές).

Sunday, January 24, 2010

Η Πρόσκληση της Καμπάνας


[...]

Ωραία. Ας πάμε στο παραλήρημα της ημέρας.

Τις προάλλες, ήμασταν έτοιμοι να καθίσουμε για Ζαζέν και είπα κάτι του στιλ, «ΟΚ, ας χτυπήσουμε το καμπανάκι και ας ξεκινήσουμε». Πετάγεται λοιπόν κάποιος και λέει ότι σε ένα άλλο γκρουπ Ζεν που ήξερε δε λέγανε «ας χτυπήσουμε» το καμπανάκι διότι η λέξη αυτή είναι πολύ βίαια και, αντί γι αυτή, λέγανε «ας προσκαλέσουμε το καμπανάκι να ηχήσει».

Το σχόλιό μου όταν το άκουσα, ήταν «Και άμα στο καμπανάκι αρέσει να το χτυπάνε;» Πού ξέρουμε; Μπορεί να του αρέσει να το χτυπάνε και να παρακαλάει να το χτυπήσουν –αν ισχύει κάτι τέτοιο, δεν είναι καλό να του αρνείσαι αυτό που πραγματικά θέλει.

Όλος ο κόσμος δε θέλει από τη ζωή του τα ίδια πράγματα που θέλουμε εμείς. Αυτοί που θέλουν κάτι διαφορετικό από αυτό που θες εσύ ή από αυτό που θέλει η πλειονότητα, δεν είναι κατ’ ανάγκη άρρωστοι και λάθος, ούτε χρειάζονται να τους αλλάξεις και να τους κάνεις να μοιάζουν μ’ αυτό που αποκαλείς «φυσιολογικό».

Κατά τη γνώμη μου, αυτό θα ‘πρεπε να είναι προφανές ειδικά στους Δυτικούς που ενδιαφέρονται για τις λεγόμενες «ανατολικές πνευματικές ασκήσεις». Είμαστε ήδη μειονότητες οπότε θα έπρεπε να κατανοούμε τις δυσκολίες που έχει το να σε ενδιαφέρει κάτι που οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας ούτε καν αντιλαμβάνονται.

Παρόλα αυτά, στα βουδιστικά κέντρα συναντά κανείς συχνά ανθρώπους με πολύ βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις και πολύ βαθιά ριζωμένους ψυχαναγκασμούς που προσπαθούν να μεταμορφώσουν τους ανθρώπους που γνωρίζουν σε κάτι που να μοιάζει στους ίδιους, αντί να τους επιτρέψουν να είναι αυτό ακριβώς που είναι. Στην πραγματικότητα, αυτή η τάση είναι συχνά ακόμα πιο έντονη στους ανθρώπους που ασχολούνται με περιθωριακά (niche) πράγματα –όπως, για παράδειγμα, με το Ζεν– παρά στον ευρύτερο πληθυσμό.

Στους ανθρώπους που ασχολούνται με το Ζεν και τα παρόμοια, αυτού του είδους ο ψυχαναγκασμός είναι συχνά θαμμένος κάτω από πολλά στρώματα ανομολόγητης αυταρέσκειας ως προς την ηθική τους. Φυσικά, αν ασχολείσαι με το Ζεν δε γίνεται να σε ενδιαφέρει κάτι που οι υπόλοιποι από εμάς που ασχολούμαστε με το Ζεν θα θεωρούσαμε αλλόκοτο ή (αν είναι δυνατόν!) βιτσιόζικο.

Πολλά από τα φαινόμενα που βλέπω να συμβαίνουν στον κόσμο του αμερικανικού Ζεν ορμώνται από αυτή την αυταρέσκεια ως προς την ηθική –πρόκειται για την ίδια ασφυκτική ομαδική αντίληψη που λέει «Έλα μαζί μας, γίνε ένας από εμάς, κάνε αυτά που σου λέμε να κάνεις, γίνε το είδος του ανθρώπου που θέλουμε να γίνεις και αν συμμορφωθείς με τις ιδέες μας θα έχεις ως ανταμοιβή την αίσθηση ότι ανήκεις. Μην τολμήσεις, δε, να ξεστρατίσεις από αυτό που θεωρούμε σωστό διότι τότε θα σου πάρουμε αυτή την αίσθηση».

Εδώ όμως είναι το κόλπο. Αν πας, π.χ. σε ένα σέσιν όπου μια ομάδα ανθρώπων αποφασίζει να ασκηθεί στο Ζαζέν για μερικές μέρες, ζώντας σε έναν περιορισμένο χώρο, πρέπει να υπάρχουν κανόνες συμπεριφοράς και μάλιστα αυστηροί –για να χρησιμοποιήσω μια ιαπωνική έκφραση, αυτό είναι αταριμαέ (当たり前): τόσο προφανές που αισθάνεσαι βλάκας αν πρέπει να το πεις. Από την άλλη, αυτό δε σημαίνει ότι οι άνθρωποι που συμμετέχουν σ’ αυτές τις εκδηλώσεις, πρέπει να προσπαθούν να μπουν στο καλούπι του ιδεώδους ατόμου που έχει ονειρευτεί ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής της ομάδας.

Για μένα, μια καμπάνα είναι κάτι που ευχαριστιέται να χτυπιέται. Όταν χτυπάμε μια καμπάνα, της επιτρέπουμε να πραγματώσει τον εαυτό της ως καμπάνα –και όταν δεν την χτυπάμε, δεν μπορεί να κάνει αυτό που χρειάζεται να κάνει. Αν προσπαθήσεις να κρύψεις το γεγονός ότι χτυπάς την καμπάνα, θάβοντας την πράξη σου κάτω από κάποιον προσποιητό ευφημισμό, δεν είσαι έντιμος ούτε απέναντι στον εαυτό σου, ούτε απέναντι στην καμπάνα.

Έχεις την ευθύνη να παίζεις τον ρόλο σου. Μερικές φορές ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια καμπάνα που πρέπει να χτυπηθεί προκειμένου να πραγματωθεί ως καμπάνα. Αν είναι κανείς τόσο μπερδεμένος μέσα στην προσεκτικά χτισμένη εικόνα που έχει για τον εαυτό του, την εικόνα ενός ατόμου που δε θα χτυπούσε ποτέ τίποτα (ούτε καν μια καμπάνα), μπορεί τελικά να προκαλέσει περισσότερο κακό καθώς δε θα κάνει την πράξη που είναι αναγκαία.

Η τρέχουσα ποπ κουλτούρα, έχει δημιουργήσει μια ιδανική εικόνα για πώς είναι οι βουδιστές –πρόκειται για συνεσταλμένα άτομα που φοβούνται τόσο πολύ μήπως προκαλέσουν κακό ώστε δεν μπορούν να δράσουν ούτε όταν είναι αναγκαίο να το κάνουν. Δείτε το παρακάτω εξαιρετικό παράδειγμα αυτού που λέω στο YouTube: http://www.youtube.com/watch?v=znnQCXp2iY8

Έχει πλάκα, το παραδέχομαι. Και δε με προσβάλλει καθόλου. Το πρόβλημα είναι ότι γνωρίζει κανείς πολλούς, πάρα πολλούς ανθρώπους που θεωρούν εαυτόν βουδιστή και που βλέπουν τον Βουδισμό περίπου όπως και οι άνθρωποι που έφτιαξαν τη διαφήμιση αυτή. Πρόκειται για ανθρώπους (αναφέρομαι στους πρώτους), που προσπαθούν να διαμορφώσουν τη ζωή τους σύμφωνα με τις καρικατούρες των βουδιστών που βλέπουν στα τηλεοπτικά διαφημιστικά και στις κακές ταινίες του Χόλυγουντ.

Το αποτέλεσμα; Αυτό που συμβαίνει και με τις θρησκείες: προκειμένου να ενδυναμώσουν την απόφασή τους να γίνουν αυτό που προσπαθούν να γίνουν, χρειάζονται και άλλους ανθρώπους που να προσπαθούν το ίδιο. Και έτσι, η ομάδα αρχίζει να πιέζει τα μέλη της να συμμορφωθούν και όσοι δε συμμορφώνονται, εξοστρακίζονται. Όσοι δε, μένουν, αισθάνονται καλά διότι είναι περιτριγυρισμένοι μόνο από ομοϊδεάτες τους.

Ο πραγματικός κόσμος, ωστόσο, δεν είναι φτιαγμένος από ανθρώπους που σκέφτονται ακριβώς όπως εμείς ή που, για να είμαστε πιο ειλικρινείς, παριστάνουν ότι σκέφτονται όπως φαντάζονται ότι σκεφτόμαστε προκειμένου να κερδίσουν την εύνοια τη δική μας και της υπόλοιπης ομάδας. Αν αυτό είναι που καλλιεργούμε στις σάνγκες μας, δε βοηθάμε κανέναν.

Ακόμα πιο επικίνδυνος από τον ψυχαναγκασμό να μεταμορφώσουμε τους άλλους σε αυτό που νομίζουμε ότι πρέπει να είναι, είναι ο ψυχαναγκασμός να μεταμορφώσουμε τον εαυτό μας σε αυτό που θέλουν οι δικοί μας ιδεότυποι –ιδεότυποι που βασίζονται στην ίδια απληστία, στον ίδιο θυμό και στις ίδιες ψευδαισθήσεις που προσπαθούμε να ξεριζώσουμε με την άσκησή μας. Γι αυτό το Ζεν δεν έχει κανέναν άλλο στόχο πέρα από το να επιτρέψει σ’ αυτό που είναι πραγματικά παρόν να πραγματωθεί ξεκάθαρα. Παραδόξως, όταν το κάνουμε αυτό, μπορούμε να αρχίσουμε να βλέπουμε τι πραγματικά χρειάζεται αλλαγή στη ζωή μας και βλέπουμε καθαρά τι πρέπει να γίνει εδώ και τώρα ώστε να μπορέσει να συντελεστεί η αλλαγή αυτή.

Ο Κόντο Σαουάκι, λέει κάπου μια ιστορία όπου παρομοιάζει το να γίνεις Βούδας με το να γίνεις κλέφτης. Προκειμένου να γίνεις κλέφτης, δε χρειάζεται να ασκηθείς χρόνια και χρόνια ώστε να μπορέσεις να γίνεις ο ιδανικός κλέφτης –απλώς πας στο πλησιέστερο δισκάδικο, τσιμπάς το καινούριο CD των Metallica, το χώνεις στην τσέπη σου και πας προς την πόρτα. Πιθανότατα θα σε τσιμπήσει το τέρας που στέκεται εκεί αλλά μπορεί και να τα καταφέρεις να την κάνεις. Όπως και να ‘χει, έχεις γίνει ακαριαία κλέφτης.

Το ίδιο ισχύει και με τη βουδιστική άσκηση: γίνεσαι Βούδας κάνοντας Ζαζέν. Τη στιγμή που παίρνεις τη στάση, είσαι Βούδας. Δε χρειάζεται να υποχρεώσεις τον εαυτό σου ή όσους βρίσκονται γύρω σου να μεταμορφωθούν στα μπερδεμένα ιδεώδη που έχεις σχετικά με το πώς πρέπει να είναι οι βουδιστές.

Αυτός ο ψυχαναγκασμός να αλλάξουμε τους άλλους και τον εαυτό μας σύμφωνα με τους ιδεοτύπους μας, είναι ένα σημαντικό πρόβλημα και μάλιστα ένα πρόβλημα που δε νομίζω ότι τυγχάνει της προσοχής που θα ‘πρεπε. Είναι η εξωτερική πραγμάτωση μιας πολύ βαθιάς παρανόησης περί Βουδισμού η οποία στην ουσία καθοδηγεί πολλά από αυτά που περνάνε για Βουδισμός στις μέρες μας.

Αν θες να πεις ότι αποδέχεσαι τα πάντα, τότε που να πάρει και να σηκώσει, αποδέξου τα όλα τα γαμημένα. Όχι μόνο αυτά που θεωρείς αποδεκτά. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πάμπολλα πράγματα που όντως θέλουν αλλαγή. Όμως τα πράγματα που στ’ αλήθεια χρειάζονται αλλαγή είναι, συνήθως, εμφανή.

Ο Βουδισμός δεν είναι να αναχωρείς από την πραγματικότητα και να πηγαίνεις σε έναν καλύτερο και ευγενέστερο κόσμο που έχεις δημιουργήσει μέσα στο κεφάλι σου. Είναι να κάνεις αυτόν εδώ τον κόσμο καλύτερο βλέποντας αυτό που πραγματικά είναι και κάνοντας αυτά που πραγματικά χρειάζεται να γίνουν.

Μπραντ Ουόρνερ – Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

ΥΓ
Για τον Κόντο Σαουάκι (Kodo Sawaki), δάσκαλο του Γκούντο Νισιτζίμα και έναν από τους σημαντικότερους δασκάλους του Ζεν του 20ου αιώνα, μπορείτε να διαβάσετε λίγα πράγματα εδώ.