Saturday, May 16, 2009

Ο Δάσκαλος Γκούντο Νισιτζίμα [Από τον Γκούσταβ Έρικσον]


[Σ.τ.Μ. Το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι του Μπραντ Ουόρνερ αλλά ενός άλλου μαθητή του Γκούντο Νισιτζίμα, του Γκούσταβ Έρικσον από τη Σουηδία. Ο λόγος που το περιλαμβάνω, είναι ότι αναφέρεται στον Νισιτζίμα και δίνει ορισμένες ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τη ζωή του και την εμπλοκή του με το Ζεν.]

Ο Γκούντο Νισιτζίμα είναι ένας δάσκαλος του Ζεν (Zen master). Από την άλλη μεριά, δάσκαλοι του Ζεν δεν υπάρχουν –οι δάσκαλοι του Ζεν είναι δάσκαλοι του Ζαζέν, όμως στο Ζαζέν δεν υπάρχει κάτι για να κατακτήσεις (master). Ωστόσο, ο Γκούντο Νισιτζίμα με δίδαξε Ζαζέν και γι αυτό, τον αποκαλώ με ευγνωμοσύνη δάσκαλο του Ζεν. Το ποστ που ακολουθεί, είναι μια αναπόληση του πώς γνωριστήκαμε και διαφόρων πραγμάτων που μου είπε για τη ζωή του στις πολλές συζητήσεις και συνεντεύξεις που κάναμε τα τελευταία δέκα χρόνια.


Φωτογραφία μου μαζί με τον Νισιτζίμα σε μια από τις βόλτες και τις συζητήσεις που κάναμε στο Τόκιο. Απ’ ό,τι φαίνεται, πηγαίνουμε στον ίδιο κουρέα.

Ο Γκούντο Ουάφου Νισιτζίμα, γεννήθηκε το 1919 στη Γιοκοχάμα της Ιαπωνίας. Ο πατέρας του εργαζόταν για την εταιρεία ηλεκτρικών καλωδίων Φουρουκάουα (Furukawa Electric Wire Company) και αργότερα για μια εταιρεία που κατασκεύαζε προϊόντα από λάστιχο. Η μητέρα του ήταν δεκατρία χρόνια νεότερη από τον πατέρα του και αγαπούσαν και οι δυο τους πάρα πολύ τα παιδιά τους. Οι γονείς του Νισιτζίμα είχαν κάνει τέσσερις κόρες και δύο γιούς, όμως ο αδερφός του και μια από τις αδερφές του πέθαναν όταν ήταν μωρά.

Η χρονιά που γεννήθηκε ο Γκούντο Νισιτζίμα, ήταν η χρονιά που υπογράφηκε η συμφωνία ειρήνης στο Παρίσι μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η δεκαετία του 1920 ήταν μια ειρηνική περίοδος για τη ζωή του Νισιτζίμα, όμως η δεκαετία του 1930 έφερε σημαντικές οικονομικές δυσκολίες στην Ιαπωνία. Οι αγρότες δούλευαν πολύ σκληρά όμως το εισόδημά τους ήταν πολύ χαμηλό και κάποιοι μάλιστα, έφταναν στο σημείο να πουλούν τις κόρες τους για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Η αυξανόμενη δυσφορία στην κοινωνία είχε ως αποτέλεσμα να δολοφονηθούν πολλοί πολιτικοί και στρατιωτικοί και πολιτικοί μέμφονταν τους λαούς άλλων χωρών για τα οικονομικά προβλήματα της χώρας τους. Η Ιαπωνία γινόταν ολοένα και πιο εθνικιστική και μιλιταριστική.

Όταν ο Νισιτζίμα ήταν 16 ετών, πήγε για πρώτη φορά σε ένα σεσίν, στον ναό Νταϊτσούζι, στη βόρεια περιοχή του Τόκιο. Την εποχή εκείνη, τον απασχολούσαν πολύ οι πολιτικές εντάσεις στην Ιαπωνία και αναρωτιόταν ποια πλευρά θα ακολουθούσε –το θέμα τον προβλημάτιζε πολύ, όμως ο δάσκαλος στο Νταϊτσούτζι, ο Κόντο Σαουάκι, του είπε ότι ο πολιτικός εξτρεμισμός είναι λάθος και ότι θα έπρεπε να αναζητήσει μια ισορροπημένη μεσαία οδό. Ο Νισιτζίμα αισθάνθηκε ενστικτωδώς ότι αυτό που έλεγε ο Κόντο Σαουάκι ήταν αλήθεια και από εκείνη την ημέρα συνέχισε να μελετά τον Βουδισμό και να ασκείται στο Ζαζέν.

Την άνοιξη του 1943, ο Γκούντο Νισιτζίμα έγινε στρατιώτης. Η Ιαπωνία είχε εισβάλλει στη Μαντζουρία, στο βορειοανατολικό κομμάτι της Κίνας και όλοι οι άντρες Ιάπωνες είχαν καθήκον να πάνε στον στρατό. Μετά από μερικούς μήνες στρατιωτικής εκπαίδευσης, η μονάδα του Νισιτζίμα στάλθηκε στη Μαντζουρία και μετά από ένα μακρύ ταξίδι μέσα από επικίνδυνες περιοχές της Κορέας και της Μαντζουρίας, κατέληξαν σε μια στρατιωτική πόλη ονόματι Σόνγκο, σε μια πολύ κρύα περιοχή. Εκεί, ο Νισιτζίμα έκανε έναν δεύτερο κύκλο στρατιωτικής εκπαίδευσης –κουβαλούσε σάκους, έτρεχε στα χωράφια και έκανε βολές με όπλα. Ευτυχώς, δε χρειάστηκε ποτέ να σκοτώσει κανέναν.



Φωτογραφία του Νισιτζίμα με τη μονάδα του.

Μετά από ενάμιση χρόνο στη Μαντζουρία, η μονάδα του Νισιτζίμα στάλθηκε να πολεμήσει στη Νοτιοανατολική Ασία. Ο ίδιος, ωστόσο, επειδή είχε περάσει από ειδική εκπαίδευση, δεν πήγε μαζί τους αλλά επέστρεψε στην Ιαπωνία για να συμμετάσχει στην άμυνα της χώρας σε περίπτωση εισβολής –από ό,τι πιστεύει κανείς άλλος από τη μονάδα του δεν επέζησε από τον πόλεμο στα νησιά της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τον Αύγουστο του 1945, όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο Νισιτζίμα βρισκόταν στο Χιμέτζι Σίτι και τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, του επέτρεψαν να επιστρέψει στο σπίτι του. Στη διαδρομή, είδε ότι σχεδόν όλοι οι μεγάλοι σιδηροδρομικοί σταθμοί είχαν καταστραφεί –μετά τους βομβαρδισμούς, το Τόκιο έμοιαζε σχεδόν σαν ένα χωράφι χωρίς καθόλου σπίτια.

Ο πατέρας του Νισιτζίμα πέθανε όταν ο ίδιος βρισκόταν στη Μαντζουρία, ενώ η μητέρα του η οποία ήταν άρρωστη όταν αυτός επέστρεφε από τον πόλεμο, πέθανε έναν μήνα μετά. Για αρκετούς μήνες, έμεινε με τη μεγαλύτερη αδελφή του στο Τόκιο και πέρασε δύσκολα καθώς ήταν συχνά δύσκολο να βρει κανείς τρόφιμα. Συχνά χρειαζόταν να ταξιδέψουν μακριά για να βρουν και να αγοράσουν λαχανικά και δημητριακά, οι τιμές αυξάνονταν ολοένα και τα χρήματα είχαν χάσει την αξία τους. Κάποτε αντάλλασσαν για τρόφιμα, ρούχα και πράγματα από το σπίτι τους ενώ μερικές φορές ο Νισιτζίμα ταξίδευε στην επαρχία Τσίμπα για να αγοράσει ψάρια τα οποία έφερνε και πουλούσε στο Τόκιο.

Πριν τον πόλεμο, ο Γκούντο Νισιτζίμα άρχισε να σπουδάζει στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο και μετά τον πόλεμο, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στα νομικά και έγινε ένας από τους τελευταίους αποφοίτους του πανεπιστημίου πριν αυτό αλλάξει όνομα και γίνει το σημερινό Πανεπιστήμιο του Τόκιο. Κατόπιν κάποιων συστάσεων, έκανε αίτηση για δουλειά στο σε ένα νέο τμήμα του ιαπωνικού υπουργείου οικονομικών, το οποίο είχε ως αντικείμενο τη διοίκηση του χρηματιστηρίου. Η αίτησή του έγινε δεκτή και εργάστηκε στο χρηματιστήριο για πολλά χρόνια. Την εποχή εκείνη γνώρισε τη γυναίκα του και απέκτησε την κόρη του –αν και όταν τον γνώρισα ήταν άγαμος μοναχός, μου είπε πολλές φορές για το ότι η οικογενειακή ζωή είναι πολύ σημαντική. Η γυναίκα του πέθανε πριν από μερικά χρόνια και ο Νισιτζίμα πάντοτε ανέφερε την ευγνωμοσύνη του σ’ αυτή για την υποστήριξή της και για τη ζωή που έζησαν μαζί.

Παράλληλα με την οικογενειακή του ζωή και με τη δουλειά του στο υπουργείο οικονομικών, ο Νισιτζίμα συνέχισε να μελετά τον Βουδισμό και να ασκείται στο Ζαζέν καθημερινά υπό την καθοδήγηση του Κόντο Σαουάκι. Ο Σαουάκι γεννήθηκε το 1880 στην επαρχία Μίε της Ιαπωνίας και καθώς οι γονείς του πέθαναν όταν ήταν πολύ μικρός, έγινε γαμπρός του θείου του. Ο Σαουάκι έγινε μοναχός της παράδοσης Σότο του Ζεν στα 16 του, μελέτησε Βουδισμό στο Εϊχέιτζι, τον κεντρικό ναό του Σότο Ζεν και υπηρέτησε ως στρατιώτης στον Ρώσο-Ιαπωνικό Πόλεμο. Αργότερα, άνοιξε το μοναστήρι Τένγκιο στην επαρχία Τοτσίγκι και πιο μετά, έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κομαζάουα. Ο Δάσκαλος Κόντο Σαουάκι, πέθανε το 1965 στο Κιότο.



Φωτογραφία του Νισιτζίμα στα νιάτα του.

Ο Γκούντο Νισιτζίμα εντυπωσιάστηκε πολύ από τις διδασκαλίες του Δασκάλου Σαουάκι. Όταν ο Σαουάκι επρόκειτο να ταξιδέψει για να δώσει διαλέξεις σε διάφορα μέρη της Ιαπωνίας, ο Νισιτζίμα συχνά ταξίδευε μαζί του –προσπαθούσε να πηγαίνει όσο το δυνατόν περισσότερο με αποτέλεσμα να ταξιδεύει πολύ εκείνη την περίοδο. Ο Κόντο Σαουάκι λεγόταν και «Άστεγος Κόντο», επειδή η δουλειά του ήταν να ταξιδεύει σε διάφορα μέρη της Ιαπωνίας, να δίνει διαλέξεις και να κάνει ησυχαστήρια με άσκηση στο Ζαζέν. Ο Σαουάκι δίδασκε ότι το Ζαζέν είναι για κάθε άτομο που ενδιαφέρεται και όχι μόνο για μοναχούς και μοναχές –σύμφωνα με τον Σαουάκι, δε χρειάζεται να είναι κανείς μοναχός ή μοναχή για να ασκείται στο Ζαζέν. Όταν ο Νισιτζίμα μιλούσε για τον Σαουάκι, συχνά εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του και περιέγραφε το πόσο αγνός άνθρωπος ήταν. Ο Κόντο Σαουάκι αφιέρωσε τη ζωή του στο να διαδώσει το Ζαζέν και ποτέ δεν προσπάθησε να αποκομίσει κανένα κέρδος ή φήμη.

Όταν ο Νισιτζίμα ήταν 53 ετών, χειροτονήθηκε μοναχός στην παράδοση του Σότο Ζεν από τον Δάσκαλο Ρένπο Νίουα (Renpo Niwa). Ο Νισιτζίμα ήταν ακόμα παντρεμένος, όμως αποφάσισε να ζήσει ως άγαμος μοναχός –είχε μια ανησυχία ότι η απόφασή του αυτή θα δυσκόλευε τη γυναίκα του, όμως εκείνη τον βοήθησε και τον στήριξε. Το 1977, ο Νισιτζίμα έλαβε και το Σίχο, τη μετάδοση του Ντάρμα από τον Ρένπο Νίουα –το Σίχο είναι μια παραδοσιακή τελετή στην οποία ο δάσκαλος δίνει στον μαθητή του ένα είδος επίσημης πιστοποίησης που το επιτρέπει να γίνει κι αυτός δάσκαλος. Ο Νισιτζίμα μου έχει πει ότι το Σίχο δίνεται από έναν δάσκαλο σε έναν ώριμο μαθητή.

Ο Ρένπο Νίουα ήταν ένας ήρεμος, ευγενικός άνθρωπος, όμως ταυτόχρονα ήταν και πολύ έξυπνος και ο Νισιτζίμα συχνά τον επισκεπτόταν για να τον ρωτήσει τη γνώμη του σχετικά με διάφορες επιλογές και κατευθύνσεις στη ζωή του. Η απάντηση του Νίουα είχε πάντοτε τη μορφή μιας από δύο κοφτές εκφράσεις. Η μια ήταν «Νταϊτζόμπου!» που σημαίνει «βεβαίως» ή «ΟΚ», και η άλλη ήταν «αναρωτιέμαι...». Όταν ο Νίουα έλεγε «ΟΚ», εννοούσε εντελώς ΟΚ και όταν έλεγε «αναρωτιέμαι...», εννοούσε απολύτως αδύνατον –ο Νισιτζίμα μου έχει πει ότι οι απαντήσεις του ήταν πάντοτε σωστές.

Ο Ρένπο Νίουα δεν παρίστανε τον σπουδαίο ή τον ισχυρό, όμως όλοι τον σέβονταν. Όταν πέθανε ο 75ος ηγούμενος του Εχέιτζι, ο Νίουα ήταν ένας από τους δύο υποψηφίους για τη διαδοχή του. Ωστόσο, ο Νίουα δεν ήθελε να φέρεται ανταγωνιστικά, οπότε πρότεινε να γίνει ηγούμενος ο ανταγωνιστής του, παρότι ήταν νεότερός του. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Ρένπο Νίουα έγινε ο 77ος ηγούμενος του Εχέιτζι.

Ο Νισιτζίμα ήταν πολύ επιμελής στη μελέτη του. Του άρεσε πολύ να διαβάζει φιλοσοφία και ψυχολογία από την Ευρώπη και την Αμερική, ενώ στις βουδιστικές του μελέτες, έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση για τα γραπτά του δασκάλου Ντόγκεν. Στην αναζήτησή του για την αλήθεια, ο Ιάπωνας μοναχός Ντόγκεν πήγε από την Ιαπωνία στην Κίνα τον δέκατο τρίτο αιώνα και αφότου βρήκε τον δάσκαλο που έψαχνε στο πρόσωπο του δασκάλου Τέντο Νιότζο, επέστρεψε στην Ιαπωνία και ξεκίνησε εκεί την παράδοση του Σότο Ζεν. Τα γραπτά του δασκάλου Ντόγκεν είναι συγκεντρωμένα σε ένα έργο που λέγεται Σομπογκένζο, ενώ όταν ήταν νεότερος, ο Ντόγκεν είχε γράψει και μια συλλογή από κοάν που λέγεται Σίντζι-Σομπογκένζο. Ο Νισιτζίμα θεωρεί τα κείμενα αυτά πολύ σημαντικά και αφιέρωσε πολλά χρόνια από τη ζωή του για να τα μεταφράσει στα σύγχρονα Ιαπωνικά. Με πολλή βοήθεια από τους μαθητές του, και ιδιαίτερα από τον Μάικ Κρος (Mike Cross), μετέφρασε επίσης το Σομπογκένζο στα Αγγλικά. Το 1971, ο Νισιτζίμα άρχισε να δίνει διαλέξεις με αντικείμενο το Σομπογκένζο του δασκάλου Ντόγκεν στη Βουδιστική Ένωση Νέων του Πανεπιστημίου του Τόκιο, στο Εχέιτζι και σε διάφορους άλλους ναούς και εταιρείες σε όλη την Ιαπωνία. Συνέχισε να γράφει και να εκδίδει βιβλία, να δίνει διαλέξεις και να κάνει ησυχαστήρια σε πολλά μέρη του κόσμου.

Τον Νοέμβριο του 1987, με την υποστήριξη της εταιρείας Ίντα Ριογκόκουντο (Ida Ryogokudo), ο Νισιτζίμα άνοιξε το Ντότζο Ζαζέν Ντόγκεν Σάνγκα στην Ιτσικάουα, κοντά στο Τόκιο. Ήταν ένα κτήριο με τέσσερις ορόφους: στο ισόγειο υπήρχε η κουζίνα, η βιβλιοθήκη και ένας χώρος με ντους και μπάνιο, στον δεύτερο όροφο υπήρχαν δύο μεγάλες αίθουσες, μια για Ζαζέν και μια για διαλέξεις και στους επάνω δύο ορόφους, μικρά δωμάτια για όσους έμεναν εκεί. Ο Νισιτζίμα συχνά έμενε στο δωμάτιό του στο ντότζο, μαζί με άλλα 10-15 άτομα διαφόρων εθνικοτήτων και από πολλές διαφορετικές χώρες. Ο Νισιτζίμα δεχόταν πάντοτε οποιονδήποτε αντιμετώπιζε με σοβαρότητα την άσκηση στο Ζαζέν και δεν έδινε σημασία στο φύλο, την ηλικία, την εθνικότητα ή τη θρησκεία καθενός.



Φωτογραφία μου με τον Νισιτζίμα στην αίθουσα διαλέξεων του ντότζο.

Το πρωινό Ζαζέν στο ντότζο ήταν από τις 5:30 ως τις 6:15 και μετά ο Νισιτζίμα έλεγε «οχάγιο γκοζαϊμάς» («καλημέρα» στα Ιαπωνικά) σε όλους όσους βρίσκονταν έξω από την αίθουσα του Ζαζέν. Στη συνέχεια τρώγαμε όλοι πρωινό μαζί, συνήθως χωρίς να μιλάμε αλλά και μερικές φορές συζητώντας ήρεμα, ο καθένας με τη σειρά του. Πολλοί από αυτούς που έμεναν στο ντότζο είχαν δουλειές ή σπουδές κατά τη διάρκεια της ημέρας, όμως φροντίζαμε να επιστρέφουμε όλοι για να καθίσουμε στο βραδινό Ζαζέν, στις 9. Κάθε μέρα υπήρχαν τέσσερις προγραμματισμένες περίοδοι για Ζαζέν, και όσοι έμεναν μέσα στο ντότζο, είχαν την υποχρέωση να συμμετέχουν τουλάχιστον σε δύο από αυτές. Όλοι ήταν ευπρόσδεκτοι να έρθουν και να καθίσουν Ζαζέν στο ντότζο και συχνά τα σαββατοκύριακα υπήρχαν σέσιν ή ζαζενκάι με διαλέξεις και ακόμα περισσότερο Ζαζέν. Ο στόχος του ντότζο ήταν να βοηθήσει τους ασκούμενους να συνδυάσουν το καθημερινό Ζαζέν με την οικογενειακή τους ζωή και με τη δουλειά τους.

Τον Νισιτζίμα, τον συνάντησα για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 2001, όταν ταξίδευα στην Ιαπωνία ψάχνοντας για έναν δάσκαλο του Ζαζέν. Είχαμε ανταλλάξει κάποια e-mail λίγο καιρό πριν και χάρηκα πολύ όταν τον συνάντησα στο γραφείο του. Είχα συναντήσει ήδη αρκετούς δασκάλους του Ζεν και είχα αποφασίσει ότι ο Νισιτζίμα ήταν αυτός στον οποίο ήθελα να επιστρέψω. Του εξήγησα ότι είμαι χριστιανός και εκείνος μου είπε ότι μπορούμε να ασκούμαστε στο Ζαζέν και ταυτόχρονα να ανήκουμε σε οποιαδήποτε θρησκεία θέλουμε –δεν υπάρχει πρόβλημα. Την επόμενη χρονιά, επέστρεψα στην Ιαπωνία και έμεινα έναν μήνα στο ντότζο του Νισιτζίμα, ενώ από το 2001 ως το 2008, τον επισκέφθηκα έξι φορές. Άλλοτε έμενα για μερικές εβδομάδες και άλλοτε για μερικούς μήνες και στη συνέχεια επέστρεφα στην οικογένεια, τις σπουδές και τη δουλειά μου στη Σουηδία. Στον χρόνο ανάμεσα στις επισκέψεις μου, έγραφα τις ερωτήσεις μου στον Νισιτζίμα και εκείνος μου έδινε ευγενικές, ξεκάθαρες και άμεσες απαντήσεις. Είχαμε πολλές συζητήσεις και καθίσαμε Ζαζέν πολλές φορές μαζί αυτά τα χρόνια και του χρωστώ ευγνωμοσύνη για αυτά που με δίδαξε (εμένα και πολλούς άλλους) σε όλη του τη ζωή.

Ο Νισιτζίμα έκανε την τελετή του Σίχο για ορισμένους μαθητές του και το 2003, την έκανε και για μένα. Εκείνον τον καιρό ήμουν πολύ απασχολημένος γιατί παρακολουθούσα ένα πρόγραμμα ΜΑ στην Αγγλία και αρχικά αρνήθηκα –αισθανόμουν μαθητής και όχι δάσκαλος, χώρια που πίστευα ότι όντας χριστιανός δε θα έπρεπε να κάνω μια τέτοια τελετή. Την επόμενη χρονιά, ωστόσο, έμεινα και πάλι στο ντότζο ενώ σπούδαζα σε ένα πανεπιστήμιο στο Τόκιο. Στο πανεπιστήμιο υπήρχαν άτομα πολλών εθνικοτήτων και θρησκειών και καθώς συχνά συζητούσαμε για το πώς εξελίσσονται οι αξίες, κατέληξα στο εξής συμπέρασμα: οι τύποι και οι τελετές των διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων δεν ήταν ποτέ απόλυτα καθορισμένες. Έτσι, είπα στον Νισιτζίμα ότι θα χαιρόμουν πολύ να γίνω ένας χριστιανός δάσκαλος του Ζαζέν και στις αρχές του Ιουλίου του 2004, λίγες μέρες πριν την αποφοίτησή μου από το πανεπιστήμιο, ο Νισιτζίμα έκανε την τελετή του Σίχο στο ντότζο για εμένα και έναν Ιάπωνα μαθητή του –πρόκειται για μια εμπειρία για την οποία αισθάνομαι ευγνώμων.

Το 2005, ο Νισιτζίμα έπεσε και χτύπησε στη σπονδυλική του στήλη. Όταν επέστρεψε από το νοσοκομείο, σκέφτηκε και κατέληξε ότι είναι πλέον πολύ μεγάλος και σωματικά αδύναμος για να συνεχίσει να ηγείται του ντότζο και ότι έχει έρθει η ώρα να αποσυρθεί. Το κτήριο του ντότζο ανήκε στην εταιρεία Ίντα Ριογκόκουντο, στην οποία ο Νισιτζίμα εργαζόταν για πολλά χρόνια και όταν εκείνος αποσύρθηκε, το κτήριο κατεδαφίστηκε και έγινε παρκινγκ. Μια φορά, πέρασα από το μέρος που βρισκόταν το κτήριο και όταν είδα το παρκινγκ αισθάνθηκα θλίψη –το ντότζο ήταν ένα μέρος πολύ σημαντικό για τη ζωή μου.

Ο Νισιτζίμα σταμάτησε να δίνει διαλέξεις και μετακόμισε σε ένα διαμέρισμα στην Τακασιμαντάιρα, στο βορειοδυτικό μέρος του Τόκιο. Αγόρασε δύο επιπλέον κρεβάτια και καλούσε τους μαθητές του να έρθουν να τον επισκεφθούν στο καινούριο του σπίτι, το οποίο το θεωρούσε το καινούριο του ντότζο για Ζαζέν. Τον επισκέφθηκα πολλές φορές στην Τακασιμαντάιρα και έζησα αρκετές εβδομάδες στο διαμέρισμά του. Εκεί του είπα και το σχέδιό μου να φτιάξω το Ανζενκάι –η ιδέα του άρεσε πολύ και μου έφτιαξε μάλιστα και μια μεγάλη καλλιγραφία με τα ιδεογράμματα που λένε Ανζενκάι. Ο Νισιτζίμα μου είπε ότι χαιρόταν πολύ στην ιδέα ότι χριστιανοί και μέλη άλλων θρησκευτικών παραδόσεων ασκούνταν στο Ζαζέν και μου έδωσε συγχαρητήρια για την ιδέα μου. Τα καλά του λόγια με έκαναν να αισθανθώ την αυτοπεποίθηση και την έμπνευση για να αρχίσω το μπλογκ αυτό, (http://www.anzenkai.com/) μερικά χρόνια αργότερα.



Ο Νισιτζίμα ενώ φτιάχνει την καλλιγραφία που λέει Ανζενκάι.

Γκούσταβ, 10 Μαΐου 2009

No comments: